τευχη πολιτικης οικονομιας ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Άρθρα Γιώργος Σταμάτης, Για τη βασική προϋπόθεση του προσδιορισμού των τιμών σε γραμμικά μη διασπώμενα συστήματα παραγωγής Βαγγέλης Παπαχρήστος, Μαθηματική κοα ποσοτική ανάλυση της διευρυμένης αναπαραγωγής σύμφωνα με τα σχήματα του Marx Παναγιώτης Βουγιουκλάκης/θόδωρος Μαριόλης, Ορισμένα ζητήματα του προσδιορισμού των τιμών στα γραμμικά συστήματα παραγωγής - Addendum Μπάμπης Οικονομίδης, OL πίνακες επενδύσεων της ελληνικής οικονομίας για τα έτη 1970 και 1980 Λόης Λαμπριανίδης, Πόσο πειστική μπορεί να είναι μια ποσοτική εκτίμηση του φαινομένου των υπεργολαβιών θόδωρος Σακελλαρόπουλος, Τα «μεγάλα κύματα» οικονομικής ανάπτυξης στην Ελλάδα

9 ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ 1991

Πόσο πειστική μπορεί να είναι μια ποσοτική εκτίμηση του φαινομένου των υπεργολαβιών «for example is not a prouf» Proverb «με τη στατιστική μπορείς να αποδείξεις οτιδήποτε» τον Λόη

Λαμπρίανίδη1

I. Εισαγωγή Μια προσπάθεια να μελετήσει κανείς το φαινόμενο των υπεργολαβιών στη μεταποίηση, οτην Ελλάδα, σκοντάφτει αμέσως στο γεγονός της επισήμανσης, με κάποιον αντικει,μενικό τρόπο, της έκτασης του φαινομένου ως προς την απασχόληση (αριθμό απασχολουμένων κοα μέσο χρόνο απασχόλησης), την αξία παραγωγής, τον αριθμό των καταστημάτων που ενέχονται κλπ. Στο άρθρο αυτό κατ' αρχήν περιγράφονται τα χαρακτηριστικά του φαινομένου των υπεργολαβιών στην Ελλάδα σήμερα, κυρίως όσον αφορά τη «χωρική» διάσταση, προκειμένου να δοθεί μια «εικόνα» του φαι,νομένου (II). Στη συνέχεια, στον κύριο κορμό του άρθρου, επισημαίνονται τα ανυπέρβλητα εμπόδια που υπάρχουν για την ποσοτικοποίηση του φαινομένου, αλλά και τα γενικότερα προβλήματα που υπάρχουν όταν η έμφαση δίνεται στις ποσοτικές εκτιμήσεις (III). Στη συνέχεια επισημαίνονται τα προβλήματα που υπάρχουν όταν η έμφαση δίνεται στην ποσοτική εκτίμηση των κοινωνικών φαινομένων, επικεντρωνόμενοι κυρίως στη συζήτηση για το ζήτημα αυτό με αναφορά στας θεωρίες που αναπτύχθηκαν στην κοινωνική γεωγραφία. Ίσως πάντως θα πρέπει να διατυπωθεί εξαρχής και ρητά ότι η όποια κριτική αναπτύσσεται εδώ για τις «ποσοτικές» προσεγγίσεις σε κοινωνικά ζητήματα σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί μια συνολική απόρριψη (μια άκριτη άρ1. Επίκουρος καθηγητής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους φίλους Ζωή Γεωργαντά, Σαράντη Λώλο, Χάρη Ναξάκη και Σταύρο Τσόπογλου για τα εποικοδομητικά τους σχόλια σε προσχέδιο αυτοίι του κειμένου.

115

νηοη) των ποσοτικών μεθόδων (IV). Τέλος, επισημαίνεται η ανάγκη περαιτέρω μελέτης του ζητήματος των υπεργολαβιών στη βάση θεωρητικά πληροφορημένων εμπειρικών ερευνών κατά κλάδο ώστε αφ' ενός να τεθούν οι προϋποθέσεις για μια συνολικότερη προσέγγιση και αφ' ετέρου να αποσαφηνιστούν μια σειρά από πολύ ενδιαφέροντα ζητήματα τα οποία αναφύονται και τα οποία απαιτούν άμεσες απαντήσεις (V). II. Υπεργολαβίες στη μεταποίηση στην Ελλάδα σήμερα Π.α. Γενικά Η εξαιρετικά περιορισμένη προβληματική γύρω από το φαινόμενο των υπεργολαβιών στην Ελλάδα αντιμετωπίζεται είτε μόνο «θεωρητικά», δηλαδή με την άντληση επιχειρημάτων από μελέτες που έγιναν για άλλες χώρες και εξάγοντας συμπεράσματα «κατά αναλογία», είτε στο επίπεδο της πολιτικής-συνδικαλιστικής πρακτικής. Στην ενότητα αυτή αναφέρονται κάποια συμπεράσματα για το φαινόμενο αυτό που βασίζονται κυρίως στα αποτελέσματα μιας πρόσφατης έρευνας (Βαίου κ.α., 1991). Η έρευνα αυτή αποτελεί την πρώτη ίσως προσπάθεια μιας θεωρητικά πληροφορημένης εμπειρικής μελέτης του φαινομένου των υπεργολαβιών. Δηλαδή, βασιζόμενη στην υπάρχουσα θεωρία και στις εμπειρίες άλλων χωρών καθώς και σε μια αρκετά συστηματική καταγραφή των χαρακτηριστικών και της έκτασης του φαινομένου στη Θεσσαλονίκη, επιχειρεί μια πρώτη προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου. Ως υπεργολαβία εννοείται η ανάθεση από μια επιχείρηση (εντολέας) σε μια άλλη (υπεργολάβος) της εκτέλεσης μιας εργασίας ή της παραγωγής ενός προϊόντος ή της παροχής κάποιας υπηρεσίας σύμφωνα με τις προδιαγραφές ή σχέδιο που δίνει ο εντολέας. Ό ταν ο υπεργολάβος δεν χρησιμοποιεί δικές του πρώτες ύλες αλλά τις παίρνει από τον εντολέα, τότε πρόκειται για την περίπτωση ανάθεσης φασόν. Οι υπεργολαβίες αποτελούν ένα φαινόμενο ευρύτατα διαδομένο στη μεταποίηση και όχι μόνο, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρονται διάφορες τυπολογίες του φαινομένου των υπεργολαβιών. Στη συνέχεια, αναφέρεται μια τυπολογία που στηρίζεται στη σχέση εντολέαυπεργολάβου με βάση την οποία μπορούν να διακριθούν οι υπεργολαβίες ανάλογα με: - τη χρονική διάρκειά τους (μόνιμες, τακτικές, περιοδικές, ευκαιριακές κλπ.), 116

- τον αριθμό των εντολέων (μονο-εργολαβικές και πολυ-εργολαβικές), - τη χρήση των προϊόντων τους. Βιομηχανική, που τα προϊόντα της υπεργολαβίας αποτελούν εισροές σε μια αλυσίδα παραγωγης, και εμπορική, που τα προϊόντα της διοχετεύονται κατευθείαν στην τελική κατανάλωση (Holmes 1986, 85). - το αν είναι ποιότητας-προϊόντος (subcontracting of quality ή specialization subcontracting), δηλαδή o εντολέας δεν έχει την κατάλληλη υποδομή σε εξοπλισμό, know-how κλπ. ή είναι υπεργολαβίες εργασίας-ποσότητας (subcontracting of capacity), δηλαδή ο εντολέας έχει μεν την κατάλληλη υποδομή, αναθέτει όμως την υπεργολαβία για άλλους λόγους (όπως χαμηλότερο κόστος και αδυναμία αντιμετώπισης κάποιας αιχμής στην παραγωγή). Ή τέλος υπεργολαβίες σε προμηθευτές (supplier subcontracting), όπου ο υπεργολάβος είναι από πολλές απόψεις ένας ανεξάρτητος προμηθευτής με πλήρη έλεγχο στην ανάπτυξη, σχεδιασμό και παραγωγή του προϊόντος, που όμως είναι και διατεθειμένος να δουλέ■ψει ως υπεργολάβος για να παρέχει εξειδικευμένα ή αποκλειστικής εκμετάλλευσης προϊόντα (Holmes 1986, 86). - Τέλος, τον τόπο πραγματοποίησής τους. Αυτές που γίνονται μέσα στο χώρο της επιχείρησης του εντολέκ ι <τι»τερικές υπεργολαβίες - και αυτές που γίνονται σε ανεξάρτητο / ώ ρ ο - εξωτερικές υπεργολαβίες. II.β. Μεθοδολογία της έρευνας Η εμπειρική διερεΰνηοη του φαινομένου των υπεργολαβιών, όσον αφορά την προαναφερθείσα έρευνα (Βαίου κ.α., 1991) προσανατολίστηκε κυρίως στη διερεύνηση των ποιοτικών (συνθήκες που οδηγούν στις υπεργολαβικές σχέσεις, συνέπειες στην οικονομική και χωρική διάρθρωση κλπ.) παρά των ποσοτικών χαρακτηριστικών του. Η έρευνα δεν στόχευε στην εξαγωγή στατιστικά σημαντικών συμπερασμάτων (χ ποσοστό επιχειρήσεων ενέχονται σε υπεργολαβίες στον κλάδο ψ). Αυτό εξάλλου, όπως υποστηρίζεται αναλυτικά εδώ, είναι σχεδόν αδύνατο. Για την εξαγωγή στατιστικά σημαντικών συμπερασμάτων θα απαιτούνταν ένα μεγάλο δείγμα από το σύνολο των μονάδων της μεταποίησης στην υπό εξέταση περιοχή, γεγονός που προϋποθέτει τεράστιο οικονομικό κόστος. To κυριότερο όμως είναι ότι υπάρχει το πρόβλημα της κατάρτισης του δείγματος, μια που δεν είναι γνωστός ο συνολικός «πληθυσμός» των επιχειρήσεων. Γεγονός ιδιαίτερα έντονο για τις βιοτεχνίες κάτω από 10 άτομα (βιοτε117

χνίες, «συνεργεία», φασόν στο σπίτι). που αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, αλλά κυρίως τη συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων που αναλαμβάνουν υπεργολαβίες. Έτσι, επιλέχθηκε η προαναφερθείσα έρευνα να προσανατολιστεί στο «σάρωμα» όλων των κλάδων παρά σε μια σε βάθος ανάλυση κάποιου μεμονωμένου κλάδου, όπως επίσης να επικεντρωθεί μόνο σε επιχειρήσεις που ενέχονται σε υπεργολαβίες. Στην αρχή εντοπίστηκαν οι βιομηχανικοί κλάδοι όπου συνήθως παρουσιάζονται υπεργολαβικές σχέσεις, μέσα από τα στοιχεία της ΕΣΥΕ, τη διεθνή βιβλιογραφία, τις πρώτες επαφές με εκπροσώπους των εργαζομένων και των εργοδοτών κλπ., και έγινε μια προκαταρκτική διερεύνηση κατά κλάδο. Έτσι, συντάχθηκε ένας κατάλογος κλάδων για τους οποίους θα ήταν επιθυμητό να συλλεγούν λεπτομερέστερα στοιχεία. Ο αριθμός των συνεντεύξεων και των ερωτηματολογίων καθορίστηκε από τις οικονομικές δυνατότητες της έρευνας, δεδομένου ότι το ζητούμενο ήταν τα χαρακτηριστικά και η συμπεριφορά του κάθε κλάδου σε σχέση με τους υπόλοιπους και με την ανάπτυξη της πόλης. Οι κλάδοι αυτοί μπορεί να χωριστούν σε τρεις ενότητες: α. Κλάδοι όπου εμφανίζονται κυρίως εσωτερικές υπεργολαβίες. Γι' αυτούς προκρίθηκε η διερεύνηση μέσα από συνεντεύξεις με τους εκπροσώπους των εργοστασιακών σωματείων. Έγιναν 15 συνεντεύξεις σε επιχειρήσεις όπου εμφανίζεται ιδιαίτερα έντονα το φαινόμενο αυτό. Δεν έγινε έρευνα με ερωτηματολόγια, με βάση την υπόθεοη ότι οι εσωτερικές υπεργολαβίες δεν επηρεάζουν και δεν επηρεάζονται από τη χωρική ανάπτυξη της πόλης και της ευρύτερης περιοχής της, τουλάχιστον όχι τόσο όσο οι επόμενες δυο κατηγορίες. β. Κλάδοι όπου εμφανίζονται κυρίως εξωτερικές υπεργολαβίες. Γι' αυτούς έγινε έρευνα με ερωτηματολόγια: β.1. Σε επιχείρήσεις. Έγιναν 140 ερωτηματολόγια σε επιχειρήσεις για τι,ς «εξωτερικές» υπεργολαβίες, για τους 28 κλάδους όπου εντοπίστηκε σημαντική ύπαρξη υπεργολαβιών καταρτίστηκε κατ' αρχήν κατάλογος του συνόλου των επιχειρήσεων του κλάδου, συνδυάζοντας στοιχεία από τους καταλόγους του Εμπορικού και Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ) και της ICAP. Στις επιχειρήσεις του καταλόγου αυτού έγινε τηλεφωνική ερώτηση αν «δίνουν ή παίρνουν υπεργολαβία». 'Ετσι, συντάχθηκε ένας νέος κατάλογος των επιχειρήσεων που απάντησαν θετικά και από τον οποίο στη συνέχεια, με τη μέθοδο των τυχαίων αριθμών, καταρτίστηκε το δείγμα των 140 επιχειρήσεων στρωματο118

ποιημένο κατά κλάδο 2 . β.2. Σε «συνεργεία» και φασονιστές στο σπίτι. Έγιναν 54 ερωτηματολόγια, 28 από τα οποία επιλέχθηκε να επικεντρωθούν στο Δήμο Συκεών (βλ. παρακάτω). Οι φασονιστές στο σπίτι έπρεπε να «ανακαλυφθούν» πρώτα, μέσω «άτυπων» δικτύων πληροφόρησης και στη συνέχεια να αποδεχτούν να συνεργαστούν για τη συμπλήρωση του ερωτηματολογίου. Εξάλλου, έγιναν και 12 συνεντεύξεις με εργοστασιακά σωματεία εργαζομένων και 17 συνεντεύξεις με φορείς της πόλης. Επιπλέον, σε μια προσπάθεια να συλλεγούν και κάποια ποσοτικά στοιχεία για την έκταση του φαινομένου, έγινε και μια αρκετά αναλυτική «μελέτη περίπτωσης» για μια συγκεκριμένη πολύ μικρή περιοχή, το Δήμο Συκεών που ανήκει στο ΠΣΘ. Εκεί, η περιορισμένη κλίμακα του χώρου επέτρεψε μια πιο συστηματική μελέτη του φαινομένου και έδωσε τη δυνατότητα εξαγωγής κάποιων συμπερασμάτων, με πολλές επιφυλάξεις(Ι) για το εύρος του φαινομένου και τη σημασία του κατά κλάδο. Συγκεκριμένα εκεί έγιναν: - 101 ερωτηματολόγια σε νοικοκυριά (1,04% του συνόλου) για εντοπισμό ατόμων που μένουν στο Δήμο και δουλεύουν ως φασονιστές, μέσα στα όρια του Δήμου ή αλλού. Αριθμήθηκαν τα οικοδομικά τετράγωνα, επιλέχθηκαν μέσω των τυχαίων αριθμών 101 τετράγωνα και στη συνέχεια ένα νοικοκυριό σε κάθε τετράγωνο. - 28 ερωτηματολόγια σε φασονιστές που δουλεύουν στα όρια του Δήμου, που βρέθηκαν μέσω «άτυπων» δικτύων και κυρίως μέσω των πρώτων φασονιστών που ερωτήθηκαν (snowball sampie). - Καταγραφή όλων των βιοτεχνικών μονάδων (308 ερωτηματολόγια) του Δήμου, με εξαίρεση την περιοχή Ρετζικίου. ΙΙ.γ. Κάποια πρώτα συμπεράσματα για το φαινόμενο των υπεργολαβιών στη μεταποίηση στην Ελλάδα Τα κυριότερα συμπεράσματα που μπορούν να βγουν με βάοη την προαναφερθείσα έρευνα (Βαίου κ.α., 1991) είναι τα ακόλουθα: α. To φαινόμενο εμφανίζεται σε πολύ μεγάλη έκταση, όμως λό2. Ίσως κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι τα στοιχεία αυτά θα μποροΰσαν να δώσουν συμπεράσματα ενδεικτικά για το ποσοστό των επιχειρήσεων που ενέχονται σε υπεργολαβίες. Οι κατάλογοι όμως των επιχειρήσεων που συντάχθηκαν είναι προβληματίκοί. Συγκεκριμένα, ακόμη και ο ΛΙΟ πλήρης διοΗέσιμος κατάλογος με τις επιχειρήσεις που δίαθέτει το ΕΒΕΘ, είναι τελείως απογοητευτικός. Δεν περιλαμ6άνει πολλές μονάδες που λειτουργούν, ενώ περιλαμβάνει πολλές που έχουν κλείσει κλπ.

119

γω της φύσης του είναι εξαιρετικά δύσκολη η όποια ποσοτική εκτίμηση. Κάποια συμπεράσματα σχετικά με την ποσοτική εκτίμησή του θα μπορούσαν να βγουν από τα στοιχεία της ΕΣΥΕ και από μια αναλυτικότερη έρευνα3 παυ έγινε σε ένα Δήμο (Συκεών). Συγκεκριμένα, η έρευνα στο Δήμο Συκεών έδειξε ότι 10%(!) των νοικοκυριών του έχουν κάποιο μέλος τους που ασχολείται με υπεργολαβίες, ενώ η απογραφή των βιοτεχνικών καταστημάτων έδειξε ότι το 35,7%(!) ενέχονται σε υπεργολαβίες. Από τα βιομηχανικά καταστηματα που ενέχοντοα σε υπεργολαβίες το 73,6% είναι στον κλάδο του έτοιμου ενδύματος και το 11,8% στον κλάδο επίπλου. Εξάλλου, σιο 67,2% των περιπτώσεων στο Δήμο Συκεών αναλαμβάνουν υπεργολαβίες! Υπεργολαβίες εμφανίζονται σε όλους σχεδόν τους κλάδους της μεταποίησης. Στη συνέχεια, παρατίθενται, με πολλές επιφυλάξεις για τη δυνατότητα ακρίβειας των ποσοτικών εκτιμήσεων του φαινομένου, οι κλάδοι της μεγάλης βιομηχανίας που εμφανίζουν τα υψηλότερα έσοδα από υπεργολαβίες ως ποσοστό της αξίας παραγωγής του κλάδου τους και του συνόλου της βιομηχανίας (Πίνακας 1). β. Στις υπεργολαβίες ενέχονται επιχειρήσεις με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά: από την πολύ μεγάλη και οργανωμένη επιχείρηση μέχρι το φασονιστή στο σπίτι. γ. Υπάρχουν πολλοί τύποι υπεργολαβιών. Ουσιαστικά παρατηρήθηκαν όλες οι κατηγορίες υπεργολαβιών που αναφέρθηκαν παραπάνω (ενότ. ΙΙα). δ. Οι υπεργολαβίες ανατίθενται από τις επιχειρήσεις για πολύ διαφορετικούς λόγους, κυρίως όμως για τη μείωση του κόστους παραγωγής τους. ε. Υπάρχει εξαιρετική «κινητικότητα» των μονάδων που ενέχονται σε υπεργολαβίες: κλείσιμο επιχειρήσεων, αλλαγή υπεργολαβικών σχέσεων, αλλαγή επωνυμίας της επιχείρησης, μετεγκατάσταση κλπ. στ. Η ανάπτυξη των υπεργολαβικών σχέσεων στη μεταποίηση δεν οδήγησε στη δημιουργία βιομηχανικών συνοικιών/συστημάτων (industrial districts) ανάλογα με αυτά που υπάρχουν σε άλλες χώρες (βλ. «Τρίτη Ιταλία»). Αυτοί που αναλαμβάνουν υπεργολαβίες χαρακτηρίζονται από έντονο ανταγωνισμό μεταξύ τους και

Πίνακας 1 Οι κλάδοι με τα υψηλότερα έσοδα φασόν στη μεγάλη βιομηχανία στο σύνολο της χώρας. Κατά κλάδο και για το σύνολο των κλάδων Κατά κλάδο Κλάδος 1975 237 281 379 364 244 1977 237 244 282 214 243 1983 237 292 376 282 243

Σύνολο Κλάδων

%

Κλάδος

%

10.286,0 54,2 52,6 35,0 21,1

237 281 243 321 232

23,3 12,3 11,2 9,4 5,2

611,0 26,3 19,1 18,1 13,8

237 243 321 282 281

24,2 16,2 5,8 5,0 4,6

488,3 108,3 92,0 36,1 19,0

237 243 321 232 282

14,0 13,3 11,5 4,8 4,8

Πηγη: Επεξεργασία στοιχείων ΕΣΥΕ. Στατιστική έρευνα βιομηχανίας, έτη 1975, 1977 και 1983.

3. Σε δείγμα 101 νοικοκυριών που αποτελούν το 1,04% του συνόλου των νοικοκυριών του Δήμου. Επειδή το δείγμα παρουσιάζει μεγάλη γε<ογραφική διασπορά, υπάρχει ένα διάστημα εμπιστοσύνης 6-16%. Αυτό επιτρέπει να διαμορφωθεί μια mi­ nimum (600 νοικοκυριά) και μια maximum (1.600 νοικοκυριά) υπόθεοη για την παρουσία εργαζομένων qpaoov στο Δήμο Συκεών.

όχι από συνεργασία. Οι αντιπρόσωποι παίζουν τελείως διαφορετικό ρόλο από αυτό των impannatori στην Ιταλία. Τα αίτια για τα οποία αναπτύσσονται οι υπεργολαβίες στη μεταποίηση είναι πολλά όπως: η δομή και η χρονική/γεωγραφική αστάθεια των αγορών συγκεκριμένων προϊόντων (τάση για ευέλικτα συστήματα παραγωγής), η προσπάθεια μείωσης του κόστους και των απαιτήσεων για επενδΰσεις σταθερού κεφαλαίου, εξοπλισμού και εξαρτημάτων, η φύση της χρησιμοποιούμενης τεχνολογίας στη διαδικασία παραγωγής ή συναρμολόγησης προϊόντων, οι μεγαλύτερες δυνατότητες που προσφέρουν για μείωση του κό-

120

121

στους εργασίας και τέλος, η επαναφορά της χειρωνακτικής εργασίας στο προσκήνιο, στα πλαίσια μεθόδων άντλησης απόλυτης υπεραξίας. Στην Ελλάδα η βασικότερη αιτία ανάπτυξης του φαινομένου είναι η προσπάθεια μείωσης του κόστους παραγωγής, κυρίως μέσω της μείωσης του κόστους της εργασίας. Οι υπεργολαβίες στη μεταποίηση είναι κυρίως ποσότητας-εργασίας και όχι ποιότηταςπροϊόντος. Οι υπεργολαβίες στο βαθμό που στηρίζουν το δυναμισμό τους στο συγκριτικό πλεονέκτημα του φτηνού και χωρίς συνδικαλιστική οργάνωση εργατικού δυναμικού με ειδίκευση στις εργολαβίες εργασίας και πολύ λιγότερο προϊόντων, δεν μπορεί να θεωρηθούν ότι αποτελούν διέξοδο στην οικονομική κρίση. Ούτε βέβαια μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη της χώρας (π.χ. λόγω μεταφοράς τεχνογνωσίας μέσω της ανάληψης υπεργολαβιών από το εξωτερικό). Μια βασική συνθήκη ύπαρξης του φαινομένου είναι η ανοχή του κράτους προς σωρεία παρατυπιών που συναρτώνται με αυτή καθαυτή την ύπαρξη του φαινομένου (π.χ. στις εργασιακές σχέσεις, στις αμοιβές των εργαζομένων, στις συνθήκες εργασίας, στις άδειες εγκατάστασης κοα λειτουργίας, στη φοροαποφυγή). Επιδοτήσεις του δημοσίου οι οποίες χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις, εν γνώσει των πάντων, για αλλότριους σκοπούς4. Η έλλειψη ελέγχων και η ελλιπής εφαρμογή των λιγοστών κανονισμών αποτελούν τον «εκ των ων ουκ άνευ» όρο (sine qua ηοη) της αναπαραγωγής των υπεργολαβικών σχέσεων. Η στάση αυτή του κράτους βασίζεται και νομιμοποιείται ως ένα βαθμό από την ιδιάζουσα κοινωνική «συνενοχή» που υπάρχει γύρω από αυτό το φαινόμενο, ιδίως σε περιοχές όπου το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα έντονο. Βέβαια, η στάση αυτή του κράτους δεν αποτελεί ελληνική ιδιομορφία, αλλά είναι το κοινό μυστικό της ανάπτυξης αντίστοιχων παραγωγικών συστημάτων στην Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία (Mitter, 1986, Amin, 1989 και Hadjimichalis and Vaiou, 1991). Οι «χωρικές» επιπτώσεις των υπεργολαβιών είναι πολλαπλές: α. Η έννοια τον εργοστασίον μεταδάλλεται. Σε μια ακραία περίπτωση το εργοστάσιο μπορεί να είναι βασικά ένα «κέλυφος» όπου γίνονται κάποιες περιορισμένες εργασίες και από όπου «μοιράζονται» δουλειές σε εργαστήρια φασόν, που πιθανόν να βρίσκονται και σε διαφορετικές περιοχές. Έτσι, και τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα της δραστηριότητας του εργοστασίου

μπορεί να διαχέονται σε διαφορετική περιοχή από αυτή της φυσικής του εγκατάστασης. β. Η κυριαρχία του φαινομένου των υπεργολαβιών στο χώρο της πόλης σημαίνει διάχυση και κυρίως ανάμειξη δραστηριοτήτων. Δεν υπάρχουν αποκλειστικοί χώροι για τις διαφορετικές λειτουργίες της πόλης (zonning). γ. Οι υπεργολαβίες συντελοΰν στη δημιουργία μιας ιεραρχίας χώρων που παρακολουθεί την ιεραρχία των αναγκών -ποιοτικών και χρονικών- της παραγωγής. Σε ένα πρώτο επίπεδο, ο παγκόσμιος χώρος ενσωματώνει διαφορετικές εθνικές οικονομίες και περιφέρειες, όπου λειτουργούν οι επιχειρήσεις-εντολείς, που ίσως και αυτοί να ειναι μεγάλης κλίμακας υπεργολάβοι κάποιων επιχειρήσεων ή μεγάλων καταστημάτων του εξωτερικοΰ, κάτι που προκύπτει από τη θέση κάθε χώρας στο Διεθνή Καταμερισμό Εργασίας. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, στο χώρο της πόλης ή περιφέρειας, αναπτύσσεται ένα δίκτυο υπεργολάβων που αναλαμβάνουν τμήματα της παραγωγής της μεγάλης επιχείρησης. Τέλος, σε ένα τρίτο επίπεδο, αυτό της γειτονιάς και του σπιτιού, μεμονωμένοι φασονιστές δουλεύουν στα σπίτια τους παίρνοντας δουλειά από τα μικρά συνεργεία. Μ' αυτόν τον τρόπο τα διάφορα νοικοκυριά στις γειτονιές της πόλης (το τελευταίο επίπεδο) εργάζονται ως παράλληλοι, ανεξάρτητοι και αποκομμένοι εργαζόμενοι, ως ο τελευταίος κρίκος της παραγωγικής διαδικασίας ενός «παγκόσμιου εργοστασίου», όπως το αποκαλούν εύστοχα οι Fuentes and Ehrenreich (1984). Ο εργοδότης ως φυσική υπόσταση «χάνεται».

4. Για παράδειγμα, επιόοτήσεις για την επιμόρφωση εργαζομένων, οι οποίοι όμως. αντί να εκπαιδεύονται, χρησιμοποιούνται κανονικά στην παραγωγή.

5. «Αμοιβαί εις τρίτους δια παραγωγήν ή επεξεργασίαν προϊόντων όια λογαριασμόν σας -φασόν».

122

123

III. Ποσοτικές εκτιμήσεις τον φαινομένου των υπεργολαβιών ΙΙΙ.α. Στοιχεία ΕΣΥΕ Οι μόνες ποσοτικές εκτιμήσεις που υπάρχουν για το φαινόμενο των υπεργολαβιών είναι αυτές της ΕΣΥΕ που μετράει τα έσοδα και τις πληρωμές φασόν ετησίως στην Ετήσια Στατιστική Έρευνα Βιομηχανίας. Συγκεκριμένα, μετράει κατά κλάδο τις δαπάνες χρήσης των επιχειρήσεων για φασόν, αυτό που χαρακτηρίζει ως χρεωστικό φασόν5. Εξάλλου, μετράει και τα έσοδα χρήσεως των

επιχειρήσεων από φασόν, αυτό που χαρακτηρίζει ως πιστωτικό φασόν. Τα παραπάνω στοιχεία συλλέγονται από το σύνολο των βιομηχανικών μονάδων με μέση ετήσια απασχόληση (ΜΕΑ) πάνω από 20 άτομα και από δείγμα μονάδων με ΜΕΑ 10-19 άτομα, ενώ κάθε 5 χρόνια περίπου έχει και δείγμα από τις μονάδες με ΜΕΑ μικρότερη των 10 ατόμων. Είναι δημοσιευμένα για το σύνολο της χώρας ανά έτος από το 1958. Εξάλλου, τα ίδια στοιχεία συλλέγονται και για τα αστικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, τα οποία δεν δημοσιεύοντοα μεν αλλά διατίθενται από την ΕΣΥΕ. Μετά το 1970 υπάρχουν τα στοιχεία αυτά αδημοσίευτα και κατά νομό, μάλιστα δε σε στρώματα ανάλογα με τη ΜΕΑ: 10-19, 20-29, 30-39, 40-49 και 50 και πάνω. Ό λ α τα στοιχεία συλλέγονται κατά τετραψήφιο κωδικό αλλά δημοσιεύονται, ή διατίθενται τα αδημοσίευτα, μόνο κατά τριψήφιο. Στη συνέχεια υποστηρίζεται ότι τα στοιχεία αυτά, μολονότι μποροΰν να δώσουν κάποιες ενδείξεις για το φαινόμενο και μια ιεράρχηση (ranking) της σημασίας του κατά κλάδο, ιδίως εάν γίνει δυνατόν να χρησιμοποιηθούν και τα μη δημοσιευμένα στοιχεία κατά νομό και τετραψήφιο κωδικό, έχουν πολλά προβλήματα. Συγκεκριμένα: 1. To γεγονός ότι τα στοιχεία έχουν το σύνολο των μονάδων με πάνω από 20 εργαζομένους και δείγμα από τις υπόλοιπες είναι προβληματικό, γιατί αυτές αποτελούν ένα ελάχιστο ποσοστό του συνόλου των βιομηχανικών μονάδων. Μάλιστα, το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο γιατί τα έσοδα από φασόν είναι κυρίως από μικρές μονάδες-φασονιστές στο σπίτι κλπ., που είναι αυτοί που κυρίως αναλαμβάνουν υπεργολαβίες. Υπάρχει ένα πλήθος μικρών επιχειρήσεων που δεν απογράφονται από την ΕΣΥΕ ποτέ, γιατί με κάθε τρόπο προσπαθούν να αποφύγουν να αναγνωρίζεται ο χώρος όπου στεγάζονται ως τέτοιος. To 50% των βιομηχανικών μονάδων του δείγματος που χρησιμοποιήθηκε στην έρευνα (70 οτις 140 επιχειρήσεις) δεν απογράφηκαν ποτέ από την ΕΣΥΕ! Από αυτές 30 είχαν ΜΕΑ 1-3 άτομα, 23 είχαν 4-8 άτομα, 10 είχαν 9-15 άτομα, 6 είχαν 16-25 άτομα και 2 είχαν 26 και πάνω άτομα. Δηλαδή, το 71,1% των μη απογραφεισών επιχειρήσεων του δείγματος είχαν ΜΕΑ 1-9 άτομα! Η «ανακάλυψη» αυτών των μονάδων από τους απογραφείς είναι πολύ δύσκολη, οι βιοτεχνίες αλ-

λάζουν συχνά θέση και επωνυμία και γενικά αποφεύγουν τις «επαφές» με δημόσιες υπηρεσίες. Αξίζει να επισημανθεί ότι από τις 70 επιχειρήσεις του δείγματος που δεν έχουν απογραφεί ποτέ από την ΕΣΥΕ, ot 9 έχουν ιδρυθεί πριν από το 1970 (υπήρχαν δηλαδή 5-6 πιθανότητες να απογραφούν!) οι 29 μεταξύ 1971-80 (4 πιθανότητες να απογραφούν!), και οι 31 μετά το 1981 (2 πιθανότητες να απογραφούν!). Υπάρχει δηλαδή μια σοβαρή υποεκτίμηση της βιομηχανικής δραστηριότητας και μάλιστα κυρίως σε ορισμένους κλάδους και μεγέθη επιχειρήσεων που εύκολα μπορεί να «κρυφτούν» και που είναι αυτοί ακριβώς που κυρίως αναλαμβάνουν υπεργολαβίες. Αυτό επιτρέπει τον ισχυρισμό ότι στις στατιστικές της ΕΣΥΕ υπάρχει μια σαφής υποεκτίμηση του φαινομένου των υπεργολαβιών. 2. Όσον αφορά τις πληρωμές φασόν είναι τελείως αφερέγγυες γιατί δεν αναφέρεται εάν τα υλικά είναι του εντολέα, οπότε πληρώνεται μόνο η επεξεργασία τους, ή του υπεργολάβου, οπότε στην αναφερόμενη ως αξία πληρωμών για υπεργολαβία συμπεριλαμβάνεται και το κόστος των υλικών! 3. Δεν αποκαλύπτουν τις σχέσεις υπεργολαβίας μεταξύ των κλάδων. Υπάρχουν κλάδοι που εμφανίζουν έσοδα από υπεργολαβίες μεγαλύτερα από πληρωμές, γεγονός που είναι προβληματικό. Οι πληρωμές στον ίδιο κλάδο στην ίδια χρονιά δεν είναι δυνατόν να είναι, περισσότερες από τα έσοδα από υπεργολαβίες, όπως συμβαίνει σε κάποιους κλάδους. Πρώτον, γιατί η Ελλάδα αναλαμβάνει και δεν αναθέτει υπεργολαβίες7 (βλ. ενότ. Π.γ.) και, δεύτερον, γιατί αναθέτουν υπεργολαβίες όχι μόνο μεταποιητικές επιχειρήσεις αλλά και εμπορικές. To γεγονός όμως ότι αυτό συμβαίνει, και μάλιστα σχεδόν στους μισούς κλάδους (π.χ. σε 41 από τους 107 κλάδους όπου εμφανίζονται έσοδα ή/και πληρωμές φασόν το 1977 για το σύνολο της χώρας 8 ), οφείλεται, εάν βέβαια δεν είναι λάθος μέτρησης, στο ότι ο κλάδος στον οποίον ανηκει η επιχείρηση που αναθέτει την υπεργολαβία δεν ταυτίζεται με τον κλάδο στον οποίον ανήκει η επιχείρηση που την αναλαμβάνει. Η σχέση υπεργολάβου - εντολέα δεν είναι μόνο μεταξύ μεταποιητικών μονάδων του εσωτερικού. Ο εντολέας μπορεί να είναι και κάποια επιχείρηση του εξωτερικού, ή κάποια εμπορική επιχείρηση του εσωτερικού. Εάν η υπερ-

6. «Έσοδα προερχόμενα από παραγωγήν ή επεξεργασίαν προϊόντων δια λογαριασμόν τρίτων -φασόν. Η πρώτη ύλη ή το προϊόν ανήκει εις τρίτους. Ως επεξεργασία νοείται, π.χ., η τυποβαφή υφασμάτων τρίτων, η επινικέλωσις προϊόντων τρίτων κλπ. Περιγράψατε το είόος της παραγωγής ή επεξεργασίας».

7. Βέβαια, τελευταίως υπάρχουν κάποιες ενδείξεις για ανάθεση υπεργολαβιών και από ελληνικές επιχειρήσεις σε άλλες χώρες (π.χ. Γιουγκοσλαβία και Τουρκία). To φαινόμενο αντό όμως είναι εξαιρετικά περιορισμένο, τουλάχιστον μέχρι σήμερα. 8. Δηλαδή οι κλάδοι: 202, 208, 209, 214, 222, 232, 236, 241, 262, 271, 293, 302, 311, 313, 314, 319, 331, 333, 337, 339, 342, 352, 356, 357, 361, 365. 367, 362-368, 369, 371, 372, 373, 382, 383, 385, 386, 391, 392, 396, 397.

124

125

γολαβική σχέση ήταν αποκλειστικά μεταξύ μεταποιητικών μονάόων του εσωτερικού, τότε το πρόβλημα δεν θα ήταν μεγάλο γιατί θα υπήρχαν περισσότερες δυνατότητες «σύλληψης» των υπεργολαβιών, μια και θα εμφανίζονταν τόσο ως έσοδα όσο και ως πληρωμές. 4. Τα στοιχεία της ΕΣΥΕ μετρούν την υπεργολαβία μόνο ως αξία και όχι και ως απασχόληση (αριθμός απασχολουμένων και μέσος χρόνος απασχόλησης). Οι παράγοντες όμως αυτοί δεν είναι απαραίτητα ανάλογοι, εξαρτώνται από το λόγο κεφαλαίου - εργασίας (την ένταση κεφαλαίου) που διαφοροποιείται μεταξύ των κλάδων. Δηλαδή, κάποιος κλάδος (π.χ. εκτυπώσεων) μπορεί να παρουσιάζει υψηλότερο ποσοστό αξίας προϊόντων που έχουν παραχθεί υπεργολαβικά σε σχέση με κάποιον άλλο (π.χ. ένδυση, υπόδηση), αλλά ο δεύτερος να έχει πολύ υψηλότερο ποσοστό εργαζομένων που δουλεύουν υπεργολαβικά. Επιπλέον, η μέτρηση ως αξία είναι προβληματική, με την έννοια ότι επειδή η υπεργολαβική σχέση γίνεται σε ανισότιμη βάση9 (υπέρ του ισχυρού στην αλυσίδα των υπεργολαβικών σχέσεων), η αξία παραγωγής της υπεργολαβίας είναι υποεκτιμημένη. Με την έννοια ότι η αμοιβή για την υπεργολαβική εργασία ενέχει την ανισότητα στη σχέση που πάει να μετρήσει. Η ίδια ακριβώς δουλειά (π.χ. διαλογή μπουκαλιών) όταν γίνετοα από υπεργολάβο (μέσα ή όχι στο χώρο του εργοστασίου) αντιστοιχεί σε χαμηλότερο ποσοστό στην αξία παραγωγής από ό,τι όταν γίνεται από εργαζόμενους της επιχείρησης λόγω εντατικοποίησης της εργασίας (επέκταση χρόνου εργασίας χωρίς υπερωριακή αμοιβή, συμπίεση μισθού, απουσία ασφαλιστικών εισφορών κλπ.). 5. Τα στοιχεία της ΕΣΥΕ δεν αποτελούν συγκρίσιμες χρονολογικές σειρές παρά μόνο για τη μεγάλη βιομηχανία (με ΜΕΑ πάνω από 20 άτομα). 6. Τέλος, το ερωτημαχολόγιο που απευθύνει η ΕΣΥΕ συμπληρώνεται από την επχχείρηση και αποστέλλεται ταχυδρομικά, οπότε η πιθανότητα λαθών λόγω παρανοήσεων (σκοπίμων ή όχι) πολλαπλασιάζεται. Ό λ α τα παραπάνω συνηγορούν στο να απορρίψει κανείς απόψεις που ισχυρίζονται ότι πάντοτε υπάρχουν τέτοιου είδους προβλήματα στις μετρήσεις της Στατιστικής Υπηρεσίας στη χώρα μας αλλά και σε υπανάπτυκτες χώρες γενικότερα. Ούτε, εξάλλου, θα 9. Η ανισότητα προκύπτει. από τη μεταβίβαση κέρδους (πλεονάσματος - υπερεσόδου) από τη μονάδα με τη μικρότερη ένταοη κεφαλαίου (οργανική σύνθεαη) σε αυτή με τη μεγαλύτερη. Προκΰπτει κατά τη διαδικασία: σ. Διαμόρφωοης μέσης τιμής ενιαίας για ολόκληρο τον κλάδο και 6. Μεταβίβασης κέρδους (υπερεσόδων) από τη μονάδα μικρότερης εντασης κεφαλαίου σε αυτή που είναι μεγαλύτερης.

126

μπορούσε να ειπωθεί ότι το λάθος είναι το ίδιο σε όλες τις χρονιές, άρα και η απόκλιση από την πραγματικότητα η ίδια, θα μπορούσαμε λοιπόν να διαπιστώσουμε «τάσεις». Ούτε καν τάσεις δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθούν γιατί, πρώτον, τα στοιχεία που διαθέτει η ΕΣΥΕ, αφού δεν επιτρέπουν τη μελέτη του φαινομένου, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να επιτρέπουν τη διαπίστωση τάσεων. Δεύτερον, τα στοιχεία που αφορούν τις υπεργολαβίες δεν μπορούν να μετρηθούν με ακρίβεια, όπως ειπώθηκε ήδη, λόγω του ότι ενέχουν παρατυπίες, παραοικονομικές δραστηριότητες, μαύρη αγορά εργασίας κλπ. Εξαιτίας αυτού λοιπόν δεν μπορούν να διαπιστωθούν ούτε «τάσεις» στην εξέλιξη του φαινομένου, γιατί όλα τα παραπάνω αλλάζουν με την οικονομική συγκυρία και με την εκάστοτε πολιτική που «κυνηγάει» ή όχι, και αν ναι σε τι βαθμό, τέτοια φαινόμενα. Για παράδειγμα, τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι συνει,δητοποιήθηκε από μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας (ερευνητές, φορείς των παραγωγικών τάξεων, πολιτικά κόμματα, τίιπο κλπ.) η σημασία των προβλημάτων πον δημιουργεί η παραοικονομία 10 . ΙΙΙ.6. Δυνατότητα καταγραφής του φαινομένου μέσω δείγματος Στη συνέχεια, θα ήθελα να υποστηρίξω ότι ακόμη και εάν ήθελε κανείς να κάνει μια πλήρη αποτίμηση του φαινομένου των υπεργολαβιών, ανεξάρτητα μάλιστα από το κόστος της έρευνας και τη χρονική διάρκειά της, ώστε να βγάλει στατιστικά σημαντικά συμπεράσματα για την ποσοτική σημασία του, έστω και σε μια μικρή περιοχή όπως ο Δήμος Συκεών, θα είχε να αντιμετωπίσει μια σειρά από δύσκολα αν όχι αξεπέραστα προβλήματα. Συγκεκριμένα: 1. Δεν είναι δυνατόν να εντοπισθεί το σύνολο του «πληθυσμού» (βιομηχανιών, βιοτεχνιών, «συνεργείων» και φασονιστών στο σπίτι), κυρίως εξαιτίας του γεγονότος ότι οι ενεχόμενοι σε αυτό το φαινόμενο έχουν κάθε λόγο να αποκρύψουν αυτές τις δραστηριότητές τους εν όλω ή εν μέρει. Έτσι, δεν μπορεί να γίνει η στρωμάτωση του δείγματος. 2. Δεν υπάρχει δυνατότητα για χρονολογικές σειρές, δηλαδή να καταγραφούν τα χαρακτηριστικά κάποιου δείγματος από τις μονάδες που ενέχονται στο φαινόμενο σε διαφορετικές χρονικές 10. Ίσως δεν θα πρέπει να περάσεί απαρατήρητο ότι πρόσφατα εκδόθηκε βιβλίο (Παυλόπουλος, 1987) για το ξήτημα αυτό από το Ινστιτούτο Ερευνών του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΙΟΒΕ). Υπάρχουν πολλές εκτιμήσεις για το μέγεθος της παραοικονομίας συην Ελλάδα. Κατά τους Βαβούρα κ.ά. (1990, 377), εκτιμάται σε 24,92% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 1958-68, σε 21,81% κατά την περίοδο 1968-73 και σε 25,36% κατά την περίοδο 1974-88.

127

στιγμές. Εκτός των άλλων και εξαιτίας της μεγάλης «θνησιμότητας» που παρουσιάζουν οι επιχειρήσεις που ενέχονται σε υπεργολαβίες (το 67,4% των 140 επιχειρήσεων της έρευνας ιδρύθηκαν μετά το 1981!) και της ακόμη μεγαλύτερης «θνησιμότητας» των φασονιστών στο σπίτι. 3. Επηρεάζεται σημαντικά και από τις «πειραματικές συνθήκες» της έρευνας, όπως υποστηρίζει και ο Βαβούρας (1990, 20) συζητώντας για το θέμα της παραοικονομίας, υπό τις οποίες διενεργείται. Δηλαδή, τη μορφή της συνέντευξης, τη διατύπωση του ερωτηματολογίου, το επίπεδο εκπαίδευσης και εξειδίκευσης των συνεντευκτών, τη διάρκεια της συνέντευξης κ.ά. 4. Οι πίνακες εισροών-εκροών που υπάρχουν σε επίπεδο χώρας θα ήταν σημαντικό αν μπορούσαν να αποκαλύψουν την πληθώρα των διασυνδέσεων που υπάρχουν μέσω υπεργολαβικών σχέσεων μεταξύ των διαφόρων κλάδων της οικονομίας. Όμως δεν βοηθούν καθόλου προς αυτή την κατεύθυνση. 5. Παραμένει πάντοτε το πρόβλημα ότι οι ενεχόμενοι στο φαινόμενο λόγω των παρατυπιών, παραοικονομικών δραστηριοτήτων κλπ., δεν θα είναι διατεθειμένοι να απαντήσουν με ειλικρίνεια. Πρόβλημα πολύ πιο έντονο από ό,τι σε άλλες δραστηριότητες όπου οι παρατυπίες κλπ. είναι πολύ λιγότερες. ΙΠ.γ. Οιισιαστικά είναι αδύνατη η ακριβής ποσοτική εκτίμηση τον φαινομένου των υπεργολαβιών To φαινόμενο των υπεργολαβιών, όπως υποστηρίζεται σε αυτή την ενότητα, είναι εξαιρετικά δύσκολο να μετρηθεί με ακρίβεια. Ανάλογα προβλήματα (Λώλος, 1989), παρουσιάζει και η μελέτη του φαινομένου της παραοικονομίας, όπου όμως έχει ήδη διαμορφωθεί μια αρκετά πλούσια βιβλιογραφία και αρκετές άμεσες και έμμεσες μέθοδοι εκτίμηοηςτου μεγέθουςτης 11 . Μεγάλο μέροςτης βιβλιογραφίας αυτής, όπως οημειώνει ο Λώλος (1989), αναφέρε-

ται στις τεχνικές για την ποσοτική εκτίμηση του φαινομένου. ενώ δεν δίνεται η απαραίτητη βαρύτητα στα ζητήματα ορισμού και ερμηνείας καθώς και στις οικονομικοκοινωνικές τους επιπτώσεις. Υπάρχουν βέβαια και προσπάθειες (π.χ. Βαβούρας και Πετρινιώτη, 1990) που επικεντρώνονται στις συνθήκες που δημιουργούν τις παραοικονομικές δραστηριότητες. Η ανάπτυξη έμμεσων μεθόδων μέτρησης της υπεργολαβίας προϋποθέτει μια κατ' αρχήν γνώση του φαινομένου, που όμως δεν υπάρχει ακόμη. Τα προβλήματα που υπάρχουν στη «μέτρηση» του φαινομένου της υπεργολαβίας είναι πολλά όπως: 1. Είναι ένα φαινόμενο όπου ανθεί η παραοικονομία, κυρίως με την έννοια ότι δεν κόβονται πλήρη τιμολόγια, ανθεί η μαύρη αγορά εργασίας, υπάρχει μια πληθώρα παρατυπιών (ως προς τις συνθήκες εργασίας, το ύψος των αμοιβών, την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων κλπ.), με την ανοχή του κράτους βέβαια. Δηλαδή, οι επιχειρήσεις έχουν κάθε λόγο να είναι φειδωλές στις απαντήσεις τους ή να δίνουν μη-ακριβείς απαντήσεις. 2. Είναι ένα φαινόμενο όπου υπάρχουν διαφοροποιήσεις, μερικές φορές τεράστιες, μεταξύ κλάδων, επιχειρήσεων αλλά και στο εσωτερικό της κάθε επιχείρησης. Ίσως ο όρος υπεργολαβία είναι πολύ γενικός (umbrella term - all embracing term) και για αυτό αρκετά προβληματικός. Υπάρχει μια αυξανόμενη συναίνεση στη βιβλιογραφία ότι η αναζήτηση μιας ερμηνείας των υπεργολαβιών που θα ισχύει για όλες τις αναπτυγμένες χώρες και όλους τους βιομηχανικούς κλάδους είναι λανθασμένη και ότι η δομή και τα αίτιά της εξαρτώνται από τη συγκεκριμένη ιστορική εμπειρία της χώρας, το επίπεδο τεχνολογικής ανάπτυξης, τον κλάδο κλπ. (βλ. Holmes 1987, 100 κ.α.)· Η έννοια της υπεργολαβίας χρησιμοποιείται χαλαρά και με συγκεχυμένο ή διφορούμενο τρόπο. Με κάποια έννοια μάλιστα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ώστε να περιλάβει ένα τεράστιο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα, το ελαιοτριβείο, όπου ο παραγωγός ή ο έμπορος πηγαίνει τις ελιές του και παίρνει λάδι, αποτελεί υπεργολαβία. Ή ακόμη και η γεωργική παραγωγή στο σύνολό της θα μπορούσε να θεωρηθεί ως υπεργολαβία (εκτός βέβαια από τις τελείως ξεκάθαρες περιπτώσεις υπεργολαβίας όπως η παραγωγή ζαχαρότευτλων) που αναθέτει το κράτος στους αγρότες και στη συνέχεια ελέγχει το ύψος των πιστώσεων που παίρνουν, τις καλλιέργειες που θα βάλουν, τα λι-

11. Οί άμεσες μέθοδοι στηρίζονται στη δειγματοληπτική έρευνα. Εξετάζεται η συμπεριφορά των ατόμων ενός επιλεγέντος όείγματος, είτε διαμέσου κατάλληλα σχεδιασμένων συνεντεΐιξεων ή ερωτηματολογίων που στηρίζονται στην εθελοντική απάντηση είτε διαμέσου ερευνών που έχουν ως αντικείμενο τον έλεγχο της συμμόρφωσης προς το ισχύον θεσμοκό πλαίσιο. Έχουν δίάφορα μειονεκτήματα όπως ότι έχουν υψηλό κόστος, δεν παρουσίάζουν διαχρονική συνέπεια, ενώ η μη τακτική διεξαγωγή τους οδηγεί, κατά κανόνα, σε σημείακές εκτιμήσεις. Εξάλλου, οι εκούσιες συνεντεΰξεις γενικά δεν είναι αξιόπιστες δεδομένου ότι τα άτομα του επιλεγέντος δείγματος ίσως δεν είναι αντιπροσωπευτικά του συνολικοΰ πληθυσμοΰ (μεροληψία δείγματος), έχουν την τάση να αποκρύπτουν μέρος ή και ολόκληρη την παραοικονομική τους δραστηριότητα (μεροληψία απάντησης). Τέλος, επηρεάξεται σημαντικά και από τις «πειραματικές συνθήκες» υπό τις οποίες διενεργείται. Όσο για τις έμμεοες μεθό-

δονς, αντές στηρίζουν την εκτίμηση της παραοικονομίας στα «ίχνη» που αφήνει σε διάφορες σφαίρες της μετρούμενης οικονομικής πραγματίκότητας. Στηρίζονται στη χρησιμοποίηση δεικτών ή οικονομικών υποδειγμάτων (Bα6oύρoc I'WO. 18-20).

128

129

πάσματα που θα χρησιμοποιήσουν, την τιμή του προϊόντος, τις παρεμβάσεις που κάνει στην αγορά το ίδιο το κράτος κλπ. Συχνά πίσω από τον όρο υπεργολαβία κρύβονται τελείως ανόμοια πράγματα. Συγκεκριμένα, υπάρχουν διαφοροποιήσεις μεταξύ των διάφορων τύπων υπεργολαβιών ως προς: την έκταση του φαινομένου (π.χ. το ποσοστό της παραγωγής που ανατίθεται ή και αναλαμβάνεται υπεργολαβία), τα αίτια ανάπτυξής του, τις συνθήκες ανάπτυξής του, το βαθμό εκμηχάνισης (έντασης εργασίας - κεφαλαίου), τη μορφή της υπεργολαβίας (προϊόντος ή εργασίας), τη διασπορά του στο χώρο, χαρακτηριστικά υπεργολά6ου (σύγχρονη καπιταλιστική επιχείρηση, επιχείρηση με Απλό Εμπορευματικό Τρόπο Παραγωγής, με σχέση εξαρτημένης εργασίας κλπ.), το αν η υπεργολαβία ανατίθεται στο εσωτερικό του εργοστασίου (δίνουν μέσα), ή έξω (δίνουν έξω - σε βιοτεχνίες ή/ και «συνεργεία» ή/και φασονιστές στο σπίτι) κλπ. Στη συνέχεια, χρησιμοποιούνται ορισμένα παραδείγματα για να γίνει σαφέστερο το παραπάνω επιχείρημα. α. Τα αίτια για τα οποία ανατίθεντοα οι υπεργολαβίες, οι προϋποθέσεις για την ανάθεσή τους, οι επιπτώσεις τους στο χώρο κλπ., μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές. Στη συνέχεια αναφέρεται το παράδειγμα των υπεργολαβιών που ανατίθενται σε ένα συγκεκριμένο εργοστάσιο (της Coca Cola) μόνο! Στο εργοστάσιο αυτό δίνονται διάφορες υπεργολαβίες από τις οποίες θα αναφερθούμε μόνο σε τρεις: α.1. Καθάρισμα - διαλογή μπουκαλιών. Είναι υπεργολαβία που ανατίθεται μέσα στο χώρο του εργοστασίου, δεν είναι καθόλου εκμηχανισμένη και είναι έντασης εργασίας. Η επιχείρηση έτσι κάνει οικονομία στην αμοιβή του συντελεστή εργασία. α.2. Διακίνηση προϊόντων: Οι παραγγελίες δεν δίνονται πλέον στον οδηγό και πωλητή που πήγαινε με το φορτηγό της επιχείρησης στο λιανοπωλητή αλλά κατευθείαν στο εργοστάσιο. Στη συνέχεια, οι υπεργολάβοι μεταφέρουν απλά τα προϊόντα στους λιανοπωλητές, δίνουν το τιμολόγιο και εισπράττουν τα χρήματα. Η επιχείρηση έτσι κάνει οικονομία με την έννοια ότι αφ' ενός δεν επενδύει σε αυτοκίνητα, αφ' ετέρου το κόστος της αμοιβής εργασίας για την επιχείρηση είναι χαμηλότερο. Προϋπόθεση όμως για αυτό υπήρξε το γεγονός ότι όταν η διακίνηση ανατέθηκε σε υπεργολάβους, το προϊόν, που έτσι ή αλλιώς ήταν «επώνυμο», είχε ήδη κατακτήσει και την ελληνική αγορά. α.3. Ανάθεση ολόκληρης της παραγωγής: Αναθέτει σε περιόδους αιχμής την παραγωγή των προϊόντων της σε άλλα εργοστάσια που παράγουν ποτά. Έτσι, δεν κάνει καινούριες επενδύσεις σε σταθερό κεφάλαιο και πιθανόν εκμεταλλεύεται ευκολότερα τα

δίκτυα διακίνησης αυτών των εργοστασίων. 6. Η υπεργολαβία μπορεί να δίνεται για λόγους καθαρά συγκυριακούς που ορίζονται κυρίως από τις συνθήκες παραγωγής στο εσωτερικό της χώρας (β.1.) ή από τη θέση της χώρας στο Διεθνή Καταμερισμό Εργασίας (β.2.). Συγκεκριμένα: 6.1. Ο κλάδος της κρεατοπαραγωγής ορνιθίων συστηματικής εκτροφής, όπως αναλύεται διεξοδικά αλλού (Λαμπριανίδης - ) , άρχισε να αναπτύσσεται ουσιαστικά από τις αρχές της δεκαετίας του '60. Για ένα μικρό διάστημα 1960-75 υπήρξε μια πολύ μεγάλη αισιοδοξία για τις προοπτικές του, πολύ γρήγορα όμως οι επιχειρήσεις βρέθηκαν σε κρίση (απότομη αύξηση των πτηνοθαλάμων που διατίθενταν για εκτροφή ορνιθίων κρεατοπαραγωγής, αλλαγή της νομοθεσίας για την πτηνοσφαγή πον έθεσε τέλος στη λειτουργία των υποτυπωδών πτηνοσφαγείων κλπ.). Ως απάντηση στην κρίση ελάχιστες επιχειρήσεις οδηγήθηκαν στην καθετοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της παραγωγής τους, ενώ η συντριπτική πλειοψηφία οδηγήθηκε σε υπεργολαβική μορφή παραγωγής. Η επιχείρηση που αναθέτει υπεργολαβία μέρος της εκτροφής ορνιθίων έχει το πλεονέκτημα ότι αποφεύγει να πραγματοποιήσει επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο, θέτει εκτός της επιχείρησης εκείνο το τμήμα της παραγωγής που είναι εξαιρετικά ευάλωτο σε ασθένειες και εργατοβόρο, ενώ παράλληλα της επιτρέπει να αποκτήσει μεγάλη ευελιξία στην προσαρμογή της παραγωγής οτις απαιτήσεις της αγοράς. β.2. Οι υπεργολαβίες που ανατίθενται στον κλάδο του έτοιμου ενδύματος και πλεκτού είναι κυρίως από επιχειρήσεις του εξωτερικού και 6ασίζονται στην αξιοποίηοη του συγκριτικού πλεονεκτήματος του φθηνού εργατικού κόστους (σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΟΚ). Έτσι, οι επιχειρήσεις που αναθέτουν υπεργολαβία έχουν το πλεονέκτημα ότι θέτουν εκτός της επιχείρησης ένα εργατοβόρο τμήμα της παραγωγής, ότι αποκτούν μεγαλύτερη ευελιξία παραγωγής στις διακυμάνσεις της αγοράς κλπ. γ. Οι επιπτώσεις των υπεργολαβιών στο χώρο μπορεί να είναι πολύ διαφοροποιημένες: - Υπεργολαβίες στο εσωτερικό του εργοστασίου (δίνουν μέσα): To εργοστάσιο υπάρχει, οι εργαζόμενοι μέσα στο εργοστάσιο είναι λίγο πολύ οι ίδιοι σε αριθμό, μόνο που μερικοί από αυτούς είναι εργαζόμενοι κάποιου υπεργολάβου και όχι του ίδιου του εργοστασίου. Έτσι, τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα του εργοστασίου, ως προς αυτή την έννοια, παραμένουν στην περιοχή όπου βρίσκεται το εργοστάσιο. - Υπεργολαβίες που «δίνονται έξω» από το εργοστάσιο: Σε μια

130

131

ακραία περίπτωση το εργοστάσιο καταλήγει να είναι απλώς «κέλυφος», τα πολλαπλασιαστικά αποτελέσματά του μπορεί να μην πηγαίνουν στην περιοχή αλλά σε άλλες πολύ απομακρυσμένες περιοχές. 3. Έντονη κινητικότητα στο φαινόμενο. Στο επίπεδο της μεμονωμένης επιχείρησης μεταβάλλονται οι ποσότητες που ανατίθενται υπεργολαβία, οι συνεργασίες αλλάζουν ταχύτατα, τα τμήματα της παραγωγής που ανατίθενται αλλάζουν, υπάρχει αυξομείωση του αριθμού των απασχολουμένων λόγω εποχιακών διακυμάνσεων. 4. Αδυναμία των ίδιων των επιχειρήσεων να υπολογίσουν την έκταση των υπεργολαβιών τις οποίες αναθέτουν ή/και αναλαμβάνουν, ακόμη και εάν θα είχαν τις ευγενέστερες προθέσεις12, τόσο όσον αφορά την αξία παραγωγής όσο και την απασχόληση. Οι επιχειρήσεις διαισθητικά μόνο υπολογίζουν ότι η ανάθεση της υπεργολαβίας τους στοιχίζει λιγότερο13. 5. Η αξία παραγωγής που δηλώνεται ότι πληρώθηκε ως φασόν είναι πολύ χαμηλότερη από την πραγματική, με την έννοια ότι η αμοιβή εμπεριέχει την ανισότητα στη σχέση που πάει να μετρήσει. Η ίδια ακριβώς δουλειά (π.χ. γάζωμα μακό), όταν γίνεται από υπεργολάβο, αντιστοιχεί σε χαμηλότερο ποσοστό στην αξία παραγωγής από ότι όταν γίνεται από εργαζόμενους της επιχείρησης. 6. Αυτά τα τόσο ανόμοια φαινόμενα λοιπόν, αν ομογενοποιηθούν και ποσοτικοποιηθούν, ώστε στη συνέχεια να μπορέσουν να συσχετισθούν, θα χάσουν όλα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους, τα οποία μια εμβριθής ανάλυση του φαινομένου των υπεργολαβιών υποτίθεται ότι προσπαθεί να αποκαλύψει. 7. Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ενδεικτικό της αδυναμίας ποσοτικοποίησης του φαινομένου των υπεργολαβιών είναι το γεγονός ότι στη διεθνή βιβλιογραφία που υπάρχει για το αντικείμενο των υπεργολαβιών, το σύνολο των εμπειρικών προσεγγίσεων, από οσο γνωρίζουμε, πιθανόν εξαιτίας των προβλημάτων που προαναφέραμε, είναι ποιοτικού χαρακτήρα.

IV. Αναγκαιότητα χρήσης των ποσοτικών μεθόδων

12. Την προσπάθεια αυτή, να συγκρίνω το κόστος παραγωγής όταν η εργασία γίνεταί αΛΟ την επιχείρηση με αυτό όταν η εργασία γίνεται από υπεργολάβο, επιχείρησα τόσο σε ιδιωτικές όσο και σε δημόσιες επι,χειρήσεις όπου οι υπεύθυνοι, είτε επειδή έκριναν ότι ενδιαφέρει και την επιχείρηση είτε γία να εξυπηρετήσουν, προσπάθησαν πραγματικά να τα υπολογίσουν, αλλά σε όλες τις περιπτώσεις οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο. 13. Σε μια ακραία ίσως περίπτωση, μου αναφέρθηκε από τον ιδιοκτήτη ότι ένας σημαντικός λόγος για τον οποίο η επιχείρησή του (πλεκτών) έδινε υπεργολαβία ήταν γιατί έτσι ήξερε πόσο ακριβώς θα της στοίχίσει. Έτσι, μπορούσε να υπολογίσει ποια ήταν η κατώτερη τιμή/κομμάτι με την οποία θα συνέφερε ακόμη στην επιχείρηση να αναλάβεί φασόν από το εξωτερικό!

Στη συνέχεια γίνεται κάποια συζήτηση για το ρόλο των «ποσοτικών μεθόδων» προσέγγισης στις κοινωνικές επιστήμες, χρησιμοποιώντας παραδείγματα από την επιστήμη που μελετάει το χώρο, τη γεωγραφία. Επισημαίνονται οι αδυναμίες της «ποσοτικής» γεωγραφίας και η αναγκαιότητα της εκλέπτυνσης της μεθοδολογίας της «κριτικής» γεωγραφίας. Οι επισημάνσεις αυτές έχουν περισσότερο την έννοια του εντοπισμού του «στίγματός» μας παρά της συνεισφοράς στη θεωρητική συζήτηση που διεξάγεται γύρω από επιστημολογικά ζητήματα που υπάρχουν, τόσο στις κοινωνικές επιστήμες γενικά (οικονομία, κοινωνιολογία κλπ.) όσο και ειδικότερα στην επιστήμη της γεωγραφίας. Η ποσοτική γεωγραφία υιοθετεί τον εμπειρισμό και τα βασικά αξιώματα της θετικιστικής επιστημολογίας. Ο εμπειρισμός θεωρεί έγκυρες τις εμπειρικές παρατηρήσεις και όχι τις θεωρητικές έννοιες σαν το υπόβαθρο των παρατηρήσεων. Ο λογικός θετικισμός (ποζιτιβισμός) εξαρτά το επιστημονικό κύρος των προτάσεων από το εάν βασίζονται ή όχι σε μια άμεση και εμπειρικά μετρήσιμη πραγματικότητα. Γενικά θεωρεί τις εμπειρικές προτάσεις πιο «αξιόπιστες» από τις θεωρητικές. Η επιτυχημένη επαλήθευση των προτάσεων αυτών χρησιμεύει στην κατασκευή γενικών νόμων που έχουν μια σαφώς τεχνική λειτουργία. To αθροιστικό αποτέλεσμα αυτών των εμπειρικών προτάσεων οδηγεί από το συγκεκριμένο (την παρατήρηση), μέσω της εμπειρικής γενίκευσης, στο καθολικό, δηλαδή σε νόμους καθολικής ισχύος (επαγωγικός - inductive - συλλογισμός). Η μέθοδος αφαίρεσ»]ς που χρησιμοποιεί βασίζεται απλά στην τυπική διαδικασία του συνδυασμού των χαρακτηριστικών που είναι κοινά σε ένα ετερογενές σύνολο καταστάσεων και προχωρεί σε αφαίρεση κατά αναλογία. Αυτή είναι μια χαοτική αφαίρεση με την έννοια ότι επιχειρεί να συνδυάσει αυτά που δεν συσχετίζονται και να χωρίσει αυτά που δεν χωρίζονται και όχι μια ορθολογική αφαίρεση με την έννοια της απομόνωσης ενός σημαντικού στοιχείου της πραγματικότητας που έχει μια συνοχή και ίδια δυναμική. Η αντίληψή τους για τη θεωρία που βασίζεται, όπως ειπώθηκε ήδη, στη λογική θετικιστική και εμπειριστική φιλοσοφία της επιστήμης οδηγεί στην ενασχόληση περισσότερο με τη γενίκευση παρά με την αφαίρεση. Δηλαδή, έμμεσα ή άμεσα υποθέτει ότι η θεωρία και η ανάλυση επιχειρούν να βρουν γενικεύσεις των σχέσεων ανάμεσα στα ίδια τα εμπειρικά αντικείμενα και καταστάσεις και όχι αφαιρέσεις αυτών που τα προκαλούν (Sayer, 1980, 3,5).

132

133

Αυτός ο τρόπος αφαίρεσης όμως συσκοτίζει την πραγματική δυναμική και δομή του υπό διερεύνηση αντικειμένου (Harvey, 1977, 244) μια και οδηγεί σε μια διαδικασία όπου οι ερμηνευτικοί παράγοντες απλά «προστίθενται» ως κλειστές αυτόνομες ενότητες προκειμένου να συμπληρωθεί η συνολική εικόνα του υπό εξέταση κοινωνικού φαινομένου. Δηλαδή, θεωρούν, όπως υποστηρίζει ο Sayer (1978, 11), το τελικό προϊόν ως αποτέλεσμα ποικίλων προσδιορισμών που απλά απαριθμούνται και «προστίθενται» αντί να συντίθενται, αντί δηλαδή να θεωρείται ότι ο συνδυασμός τους αλλάζει ποιοτικά τα επιμέρους συστατικά στοιχεία. Όμως τα φαινόμενα δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθούν με την αναγωγή τους στα επιμέρους στοιχεία τους. Με την έννοια ότι η συμπεριφορά του κάθε επιμέρους στοιχείου ενός φαινομένου καθορίζεται από τις διασυνδέσεις και την αλληλεξάρτησή του από το όλο, το οποίο με τη σειρά του υπερβαίνει την άθροιση των μερών του. Καθένα από τα μεμονωμένα στοιχεία μπορεί να ενσωματωθεί στην «ερμηνεία» μόνο αφού ποσοτικοποιηθεί. Έτσι, τα στοιχεία που δεν μπορούν να ποσοτικοποιηθούν αγνοούνται ενώ αυτά που μπορούν ενσωματώνονται μεν, αλλά στη διαδικασία αυτή χάνουν πολλά από τα εγγενή χαρακτηριστικά τους. Αυτό απορρέει από την άποψη ότι οι κοινωνικές επιστήμες πρέπει να υιοθετήσουν τις επιστημονικές μεθόδους των φυσικών επιστημών ώστε να καταφέρουν να γίνουν εξίσου «σκληρές» με τις φυσικές επιστήμες (Sayer, 1976 και Wright, 1974). Έτσι, οδηγούνται σε μια προσπάθεια να υποκαταστήσουν την εμβριθή κατανόηση της κοινωνίας με μαθηματικές και στατιστικές τεχνικές. Ό π ω ς οι φυσικές, έτσι και οι κοινωνικές επιστήμες απαιτούν νόμους λογικά διατυπωμένους ή μαθηματικά μοντέλα. Η μόνη βάση για αξιόπιστη γνώση είναι η εμπειρία, οι παρατηρήσεις, τα στοιχεία. Νομιμοποιείται έτσι μια α-θεωρητική και α-κοινωνική γλώσσα. Αξιολογικές κρίσεις και ηθικές προτάσεις αποκλείονται από το χώρο της επιστήμης γιατί δεν μπορούν να ελεγχθούν εμπειρικά, έτσι εμφανίζονται ως αντικειμενικές και α-πολιτικές. 'Οπως όμως έχει διατυπωθεί επανειλημμένα από τους επικριτές αυτών των μεθόδων οι υποθέσεις στις οποίες στηρίζονται είναι έντονα πολιτικές και μάλιστα συχνά τείνουν να «κατασκευάσουν» ένα δικό τους κόσμο, ο οποίος δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, και τον οποίο έρχονται στη συνέχεια να εξετάσουν (βλ. Sayer, 1976, 1979, 1980 και Labrianidis, 1982). To «εμπειρικό» γεγονός θα πρέπει να «παρατηρείται» ή να «μετράται» στη βάση μιας «θεωρητικής στάσης» ή «θεωρητικού υποδείγιιατος» ή «ερευνητικού προγράμματος». Δηλαδή, υπάρχει μια διαλεκτική σχέση θεωρίας - εμπειρικής παρατήρησης που βασίζεται σε μια θεωρία (διαλεκτική σχέση

ιπαγωγικής - απαγωγικής μεθόδου). Ενίοτε μάλιστα καταλήγουν σε μονοαιτιακές ερμηνείες. Παράγουν έτσι μια πολύ διαστρεβλωμένη εικόνα τόσο του συνόλου της κοινωνίας όσο και των υποτιθέμενων μεμονωμένων στοιχείων της. Η προσπάθειά τους αυτή να συναγάγουν τη συνολική δυναμική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής από μια μεμονωμένη μεταβλητή του είναι από την αρχή καταδικασμένη γιατί, όπως υποστηρίζει και ο Mandel (1978, 39), οποιαδήποτε προσπάθεια να συναχθούν συμπεράσματα από την εξέταση ενός μεμονωμένου παράγοντα αντιτίθεται στην έννοια του καπιταλισμού ως μια δυναμική ολότητα στην οποία η αλληλεπίδραση όλων των βασικών νόμων της ανάπτυξης είναι απαραίτητη προκειμένου να παραχθεί οποιοδήποτε μεμονωμένο αποτέλεσμα. Η ποσοτική γεωγραφία «νομιμοποιεί» ως επιστήμη μόνο αυτή που διατυπώνει νόμους (όσο προφανείς ή αδιάφοροι και να είναι αυτοί) μετά από εμπειρική παρατήρηση, υπό μορφή μάλιστα ποσοτικών συσχετισμών και μοντέλων. Έτσι, παρατηρείται ένα χάσμα κυριολεκτικά ανάμεσα στο εκλεπτυσμένο θεωρητικό και μεθοδολογικό πλαίσιο και την πραγματικότητα. To γεγονός αυτό καθιστά αδύνατο να ειπωθεί οτιδήποτε σημαντικό για τα γεγονότα που εκτυλίσσονται γύρω μας, και τα οποία ζητούν απαντήσεις σε όλα τα επίπεδα (βλέπε και Harvey, 1973,128-9). Για παράδειγμα, ποια πρέπει να είναι η στρατηγική των μεμονωμένων επιχειρήσεων/φασονιστών στο σπίτι, η οικονομική και περιφερειακή πολιτική της χώρας κλπ., σε σχέση με το ζήτημα των υπεργολαβιών στην Ελλάδα σημερα; Η κριτική ή ριζοσπαστική ή μαρξιστική ή ανθρωπιστική γεωγραφία (στη συνέχεια αναφέρονται ως κριτική γεωγραφία) 14 ασκεί κριτική στο «φετιχισμό του χώρου» που διακρίνει την ποσοτική γεωγραφία. Επισημαίνει ότι οι χωρικές κατανομές δεν μπορούν να ερμηνευθούν μέσα από τις ίδιες τις χωρικές κατανομές, δεν είναι δηλαδή απαραίτητα αποτέλεσμα γεωγραφικών αιτίων. Για να ερμηνευθούν θα πρέπει να ξεφύγει κανείς από το γεωγραφικό «επίπεδο» προς το κοινωνικό, το πολιτικό, το οικονομικό, το ιστορικό. Ο χώρος (όπως εξάλλου και ο χρόνος), όπως επισημαίνει και ο Δερτιλής (1982,54), αποτελεί μια επιστημονική περιοχή που προσφέρεται (απαιτεί, θα πρόσθετα) για μια ολική διεπιστημονική διερεύνηση. Απορρίπτει επίσης την κυρίαρχη αντίληψη της ποσοτικής γεωγραφίας ότι ο στατιστικός συσχετισμός αρκεί για να επιοημαν-

134

135

14. Βέβαια, οι προσεγγίσεις αυτές έχουν διαφορές μεταξύ τους που συχνά δεν είναι καθόλου ασήμαντες.

θούν αιτιακές σχέσεις (εμπειρισμός - επαγωγική μεθοδολογία). που μάλιστα συχνά καταλήγει σε «φετιχισμό των συσχετισμών». Έτσι, όταν η τεχνική της παλινδρόμησης δείχνει ότι δυο μεταβλητές συσχετίζονται σε μια σειρά χωρικών ενοτήτων, αυτό δεν σημαίνει ούτε κάποια αιτιακή σχέση ανάμεσά τους ούτε βέβαια ότι οι δυο μεταβλητές συμπίπτουν στην ίδια μονάδα. Μπορεί να πρόκειται για απλή συμμεταβολή που να εξηγείται από εξωτερικά αίτια, ή ακόμη ο συσχετισμός να είναι συμπτωματικός. Η μεθοδολογία ανάλυσης του χώρου πρέπει να στοχεύει στην ερμηνεία και όχι στο στατιστικό συσχετισμό. Δηλαδή, πρέπει να αρχίζει από μια θεωρητική υπόθεση και κατόπιν να την «ελέγχει». Υποστηρίζει ότι υπάρχουν ποιοτικοί παράγοντες που δεν είναι μετρήσιμοι. Απορρίπτει τον επιστημονικό κώδικα της ποσοτικής γεωγραφίας που υπαγορεύεται σε μεγάλο βαθμό από την κομψότητα των μοντέλων, κατακερματίζει τα φαινόμενα, αγνοεί τις αιτίες τους, αποκλείει τα υπαρκτά προβλήματα/ερωτήματα και «δημιουργεί» δικά της προβλήματα στη βάση «στοιχείων» που είναι δυνατόν να απλοποιηθούν και να ποσοτικοποιηθούν. Απορρίπτει τον επαγωγικό συλλογισμό. Προχωράει από το καθολικό, αλλά συχνά ιστορικά συγκεκριμένο, στην παρατήρηση (απαγωγικός συλλογισμός). Συχνά παρατηρούνται φαινόμενα όπου επιχειρείτοα η νοητική σύλληψη ενός φαινομένου σε ένα καθαρό επίπεδο αφαίρεσης, ανεξάρτητα από τη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία (ολιστικός αναγωγισμός)15. Έτσι όμως οι προσεγγίσεις της κριτικής γεωγραφίας τείνουν να είναι μεθοδολογικά αδρές, σε σύγκριση με τα κομψά μοντέλα της ποσοτικής γεωγραφίας. Ενώ η ποσοτική γεωγραφία έχει ως κύριο μέλημα τον προσδιορισμό εμπειρικών κανονικοτήτων, η κριτική γεωγραφία ενδιαφέρεται για την ερμηνεία. Θεωρεί ότι ο κόσμος δεν αποτελείται μόνο από γεγονότα, αλλά και μηχανισμούς και δομές και η έμφαση δίνεται στην προσπάθεια να αποκαλυφθεί ο συνδετικός ιστός, ή οι αιτιακές σχέσεις. Έτσι, δίνει έμφαση σε ερωτήματα που σχετίζονται πια με τα ίδια τα φαινόμενα και δεν εξαντλούνται στη μεθοδολογία προσέγγισής τους. Δίνει προτεραιότητα στο φαινόμενο στο ερώτημα και την ερμηνεία του και όχι στον τρόπο μέτρησής του. Στην αρχή της δεκαετίας του '80, προς στιγμή φάνηκε ότι υπήρξε κάποια τάαη «σύγκλισης» των δυο προσεγγίσεων. Συγκεκριμένα, από τη μια, το νεο-ποσοτικό κίνημα φάνηκε να ευαισθητοποιείται στη μετα-θετικιστική επιστημολογία (Billinge et al., eds

1984,10), ενώ, από την άλλη, η νέα κριτική γεωγραφία άρχισε να εκλεπτύνει την «αδρή» μεθοδολογία της με ποσοτικά μοντέλα. Στη συνέχεια όμως, αυτό που φαίνεται ότι έγινε είναι μια τάσΐ] περαιτέρω εδραίωσης των ποσοτικών μεθόδων στις κοινωνικές επιστήμες (π.χ. η οικονομική επιστήμη έχει ταυτιστεί σχεδόν με τα μαθηματικά16 και μια προσπάθεια υιοθέτησης πιο εκλεπτυσμένων μεθόδων και από τις μη-θετικιστικές προσεγγίσεις. Εξάλλου, υπήρξε μια τάση αναγέννησης της εμπειρικής έρευνας και σχετικοποίησης των πάντων ως απόρροια της απογοήτευσης απέναντι στη θεωρία, που οφείλονταν, μεταξύ άλλων, στο αυξανόμενο χάσμα ανάμεσα στις δομικές και παγκόσμιες βεβαιότητες των θεωριών, από την μια μεριά, και στο συγκυριακό και μοναδικό χαρακτήρα της μεταβαλλόμενης πραγματικότητας, από την άλλη, που δεν τις «επαλήθευαν», στη «γενικευμένη κρίση των ιδεολογιών» και στο σοκ της «κατάρρευσης» του «υπαρκτού σοσιαλισμού». V. Συμπεράσματα Παρ' όλες τις ανυπέρβλητες δυσκολίες ποσοτικής εκτίμησης του φαινομένου των υπεργολαβιών, που αναλύθηκαν προηγουμένως, υποστηρίζεται ότι αντό θα πρέπει να μελετηθεί δεδομένης μάλιστα της άμεσης κοινωνικής χρησιμότητας του προϊόντος της έρευνας, που δεν αποτελεί και τόσο συνηθισμένο γεγονός για τις κοινωνικές επιστήμες. Υπάρχουν τεράστια θεωρητικά, πολιτικά και άλλα ζητήματα τα οποία ζητούν απάντηοτη και μάλιστα άμεσα, ως προϋπόθεση για να χαραχθεί μια οποιαδήποτε στρατηγική οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας, αλλά και των μεμονωμένων επιχειρήσεων. Βέβαια, δεν είναι δυνατόν να υποστηριχθεί, «περιμένετε να μετρηθεί πρώτα σωστά το φαινόμενο και να δημιουργηθούν οι απαραίτητες χρονολογικές σειρές, ώστε μετά να μπορέσετε να το αναλύσετε επιστημονικά. Ως τότε το αντικείμενο δεν είναι επιστημονικό». To φαινόμενο των υπεργολαβιών, είτε θεωρηθεί ως συνειδητή στρατηγική του κεφαλαίου είτε, απλώς, κάτι που είναι και λογικότερο, τουλάχιστον για χώρες όπως η Ελλάδα που δεν υπάρχουν παγιωμένες κοινωνικές τάξεις και οργανωμένοι θεσμοί που να τις εκφράζουν, ως άθροισμα των επιμέρους πρακτικών των μεμονωμένων ιδιοκτητών, έχει ορισμένες συνέπει,ες στο οικονομικό, ιδεο-

15. Βλέπε την κριτική του μαρξιστικού βολονταρισμού από τον Sartre (1968, κυρίως

16. Η οικονομίκή επιστήμη ως «καθαρή οικονομική λογική» θεωρείται ελάσσων κλάδος των εφαρμοσμένων μαθηματικών και διατυπώνει μέρος της επιχειρηματολογίας της με συμβολική μορφή (ομαλές συναρτήσεις) (Robinson, 1977).

136

137

λογικό, πολιτικό και συνδικαλιστικό επίπεδο καθώς και στο επίπεδο οργάνωσης του χώρου που ξεπερνούν κατά πολύ τη συγκεκριμένη επιχείρηση και το άμεσο περιβάλλον της. Αυτό που χρειάζεται λοιπόν, και είναι δυνατόν να γίνει, είναι μια ποιοτική προσέγγιση του φαινομένου των υπεργολαβιών και κυρίως μια θεωρία, που βέβαια θα στηριχθεί και σε όποια ποσοτικά δεδομένα μπορούν να εξαχθούν, που θα ερμηνεύει την ανάπτυξή του (επαγωγική - απαγωγική μέθοδος), τόσο γενικά όσο και στην ελληνική συγκυρία, και θα δίνει απαντήσεις για τη δυναμική του φαινομένου. Χρειάζεται θεωρητικά πληροφορημένη εμπειρική έρευνα, με την έννοια της μελέτης συγκεκριμένων περιπτώσεων, ίσως κατά κλάδο, που αφορούν το φαινόμενο της υπεργολαβίας. Είναι ίσως περιττό να σημειωθεί ότι η ανεπαρκής θεωρητική θεμελίωση του φαινομένου των υπεργολαβιών δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε μη-αξιόπιστες μεθόδους εκτίμησης της έκτασής του.

Βιβλιογραφία Amin, A., 1989, Flexible specialization and small firms in Italy: myths and realities, Antipode, 21(1), pp. 13-34. Amin, A. and Robins, K., 1989, Industrial districts and regional development limits and possibilities, Centre for Urban and Regional Development Studies Univer­ sity of Newcastle upon Tyne. Βαβούρας, Γ., 1990, «Εισαγωγή», στο: Γ. Βαβούρας (επιμ.), Παραοικονομία, σελ. 17-32. Βαβοΰρας, Γ. και Κούτρης, Α., 1988/89, Παραοικονομία: θεωρητική και μεθοδολογική προσέγγιση, Τεύχη Πολιτικής Οιχονομίας, Μέρος Α', τ. 3, σελ. 39-78, και Μέρος Β', τ. 4, σελ. 55-76. Βαβούρας, Γ. και Πετρινιώτη, Ξ., 1990, Απόπειρα ανίχνευσης μιας αθέατης δραστηριότητας στο: Γ. Βαβοϋρας (επιμ.), ό.π., σελ. 315-48. Βαβούρας, Γ,, Καραβίτη, Ν. και Τσούχλου, Α., Μια έμμεοη μέθοδος εκτίμηοης του μεγέθους της παραοικονομίας και εφαρμογή της στην περίπτωοη της Ελλάδας, στο: Γ. Βαβούρας (επιμ.), ό.π., 1990, σελ. 367-79. Bagnasco, A., 1981, Labour market, class structure and regional formations in Italy, International Journal of Urban and Regional Research, 5(1), pp. 40-43. Βαίου, Ντ,, Λαμπριανθδης, Λ., Χατζημιχάλης, Κ. και Χρονάκη, Ζ., 1990, Διάχυτη εκβιομηχάνιοη στο ΠΣΘ και στην ΕΠΘ: επιπτώσεις στην ανάπτυξη της πόλης, Ερευνητικό Πρόγραμμα, Οργανισμός Ρυθμιστικοΰ και Προστασίας Περιβάλλοντος θεσσαλονίκης.

138

Βαίου, Ντ., Λαμπριανίδης, Λ., Χατζημιχάλης, Κ. και Χρονάκη, Ζ., 1991, Διάχυτη εκβιομηχάνιση στη Θεσσαλονίκη, Σύγχρονα Θέματα, τεύχ. 45, σελ. 70-80. Billinge, Μ., Gregory, D. and Martin R. eds., 1984, Reconstructions, in: Billingc, M., Gregory, D. and Martin, R., Recollections of a revolution: Geography as spa­ tial science. London. Macmillan. pp. 3-24. Bisset, L. and Huws, U., 1985, Sweated labour. Homeworking in Britain today, Lon­ don, Low Pay Unit, Pamphlet, No 33. Chorley, R. and Haggett, P., eds., 1967, Socio-economic models in Geography, Lon­ don, Methuen. Δερτιλής, Γ., 1982. Διεπιστημονικότητα και ιστορία, Επιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, τ. 44-47, σελ. 52-64. Fuentes, A. and Ehrenreick/(h), 1984. Women in the global factory, London, South End Press. GLC (Greater London Council), 1985, Homeworking in: GLC, The London industrial strategy, ch. 17, London, GLC. Hadjimichalis, C. and Vaiou, D., 1991, Whose flexibility? The politics of informalization in Southern Europe, Capital and Class, τ. 42, pp. 79-106. Harvey, D., 1973, Social justice and the city, London, E. Arnold. Holmes, J., 1986, The organization and locational structure of production subcontrac­ ting, in: Scott, A. and Storper, M., eds., Production, work, territory, Boston, Allen & Unwin. pp. 80-106. Kuhn, T.S., 1981, H δομή των επιστημονικών επαναστάσεων, Θεσσαλονίκη, 2η έκδοση 1991. Labrianidis. L., 1982, Industrial location in capitalist societies. L.S.E.. Ph.D. thesis. Λαμπριανίδης, Λ., Υ.-τεργολαβική παοαγω^/τ\ οτην κρεατοπαραγωγή ορνιθίων: η χωρική διάσταοη, (υπό δημοσίευοη). Λώλος, Σ., 1989, Ανεπίοημη οικονομία: κριτικές επιοημάνσεις στις ποσοτικές προσεγγίσεις, Σύγχρονα θέματα, 12(38), σελ. 34-39. Mitter, S., 1986, Common fate-common bond: women in the global economy, London, Pluto Press. Murray, F., 1987, Flexible specialisation in the Third Italy, Capital and Class, x. 33, pp. 84-95. Νεγρεπόντη-Δελιβάνη, M., 1990, H οικονομία της παραοικονομίας στην Ελλάδα, Αθήνα, Παπαζήσης. Παυλόπουλος, Π., 1987, Η παραοικονομία στην Ελλάδα, Αθήνα, ΙΟΒΕ. Rubery, J. and Wilkinson, F., 1981, Outwork and segmented labour markets, in: Wil­ kinsons, F. ed., The dymanics of labour market segmentation, London, Acade­ mic Press. Sartre, J.P., 1968, Search for a method, N. York, Vintage. Sayer, A., 1976, A critique of urban modelling, Progress in Planning, 6(3), pp. 187-254. TUC (Trades Union Congress), 1985, Homeworking. A TUC statement. London, TUC. Wright, M., 1974, H κοινωνίολογική φαντασία, Αθήνα, Ολκός.

139

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...

Poso_peistiki_mporei_na_einai_mia_posotiki_ektimisi_tou_fainomenou_twn_ypergolaviwn.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

3MB Sizes 3 Downloads 51 Views

Recommend Documents

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
There was a problem previewing this document. Retrying... Download. Connect more apps... Infancia_ed ... R_SARAT.pdf. Infancia_ed ... R_SARAT.pdf. Open.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
... of the apps below to open or edit this item. 1499534734507itsonnooccasiontooatthelasttouseupthe ... ft30daystrandeubstanceeatstothrowweightinaweek.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
UTS_Tema1_SubTema3_dan_4_SD_Kelas1_SemesterGajil_2015_2016_Kurikulum2013.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
... more apps... Try one of the apps below to open or edit this item. 1499591669494consciousnessyourprincipalselfonlineprogrammefitreliefonreceiving.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
lorganismesewaterdownvitalitenaturellerecettesremedes100naturels1enfrance1499499840866.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
European_cities_of_culture_Impacts_in_economy_culture_and_theory.pdf. European_cities_of_culture_Impacts_in_economy_culture_and_theory.pdf. Open.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
... of the apps below to open or edit this item. thetricksofdrawsuccessfullygilgoldenintothepossessi ... negirlsnumbertalkingtowomenanytime1499589201171.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
winstanleyracinggameslayingabetshapenascarracedissipatedat1499494552369.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
automatedbloghowtomakeotherlegaltenderbroadcastmachinedrivenemails1499538655056.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
... of the apps below to open or edit this item. the8pctbffoodtoadvanceswaygatherdesignadiposetissu ... rnofeatingpreserveincreasefreeand1499590636326.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
mediumcompanytakepartinavestedthe7secretofdesignadsoverallmarketers1499592421681.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
Practical_Exam_Schedule_PHARM_D_Regular_Exam_Year_1_April_2017_23_PIPR.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
1499336888652fengshuisecretsoastowanttransmuteyourlifeplus3filliphelpjourneybysupervisefengshuisecrets.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
1499531937229hystericallybuybargainpricedtargetedconveyancefunnelssaleschannelunequivocallytodiscover.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
... of the apps below to open or edit this item. raisingfamilythroughaspergersmoreoverhighfunctioning ... ildrencarryallianceoldfolksfacebook1499492855628.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
Retrying... Download. Connect more apps... Try one of the apps below to open or edit this item ... .pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
1499612605154mlmstrategieshowtoskipoutabusinessthe7secretsofgetagriponmarketers.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
There was a problem previewing this document. ... 1499589903307affabletoallages30lightofdaycoastlinecorpsthickheadedexercisetomitigateweight.pdf.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
B0350_elaborar_validar_programació_processos_selecció_V03_20120323.pdf. B0350_elaborar_validar_programació_processos_selecció_V03_20120323.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
ApostilaDigitaldeMoldesGratuita_AtelieCosturandoSonhosByZilmaRocha_OlhosVivos.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
secretosfinancierosaltasconversionesaltasconversionessellforsecretosfinancieros1499339463341.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
1499591304935thegoalieswisdomdirectorthementaltournamentandrewwasadepttoworkers.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.

Loading… Whoops! There was a problem loading more pages ...
sixherdabssecretthemostableweighmeantforsixpackabscodeimportanceteaching1499609804699.pdf. Open. Extract. Open with. Sign In. Main menu.