ΕΚΔΟΣΗ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ & ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΔΕΛΤΙΟ ΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΟΜΙΛΟΥ ΝΑΞΟΥ «ΑΡΣόΣ»

¶ÔÏ È Ù È Û Ù È Î ‹ Î·È ÔÏ È Ù È Î ‹ ¤ ΉÔÛË ÙÔ˘ πÛÙÔ Ú È ÎÔ‡ √ Ì › ÏÔ˘ ¡¿ÍÔ˘ ∞ƒ™fi™

Τεύχος 22, Απρίλης - Ιούνης 2009

¶ ∂ ƒ π ∂ Ã √ ª ∂ ¡ ∞ Αντώνης Φλ. Κατσουρός, Διαθήκη Γουλιέλμου Ντα-Κορόνια ............................

5

Κωνσταντίνος Αντ. Κατσουρός, «Στου Στρατιώτη» (Μερος Α΄) ........................

13

Συμπίλημα ............................................................................................................

38

Eυχαριστούμε θερμά τον Mπεν Σλοτ για την ηθική υποστήριξη και συμπαράστασή του και ελπίζουμε πάντοτε στην «παρουσία» του μέσα από τις στήλες του π. Φλέα και στη συμμετοχή του στις εκδηλώσεις του Iστορικού Oμίλου.

Στο εξώφυλλο: Αγιος Μερκούριος (Παναγία η Μεσοσπορίτισσα, στο Σαγκρί).

3

¶ÔÏ È Ù È Û Ù È Î ‹ Î·È ÔÏ È Ù È Î ‹ ¤ ΉÔÛË ÙÔ˘ πÛÙÔ Ú È ÎÔ‡ √ Ì › ÏÔ˘ ¡¿ÍÔ˘ ∞ƒ™fi™ — ∞ÂÚ¿ıÔ˘

Ιδιοκτήτης: Ιστορικός Όμιλος Νάξου ΑΡΣόΣ-Απεράθου Τηλ.: 22850-26880 και 22850-22974. Εκδότης-Διευθυντής: Κωνσταντίνος Αντ. Κατσουρός, Χώρα Νάξου, 84300 Νάξος. Τηλ.: 22850-22974.– Κιν.: 6949786272. Συντακτική Επιτροπή: Νίκος Βασ. Φραγκίσκος, Στέλιος Ν. Μαρινάκης, Κωνστ. Αντ. Κατσουρός. Υπεύθυνος τυπογραφείου: Λουκάς Μιχαλόπουλος, Νηλέως 19, 11146 Γαλάτσι, τηλ. 210-2131292

Αντώνης Φλ. Κατσουρός

¢π∞£∏∫∏ °√À§π∂§ª√À ¡Δ∞-∫√ƒ√¡π∞ 1639 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 22 Την ημέρα εκείνη ο «ευγενέστατος άρχος» Γουλιέλμος Ντα-Κορόνια, που ζούσε στο Καστέλλι του Σκάρου1 της Σαντορίνης, όντας «δαμάκι» ασθενής και αναλογιζόμενος τους κινδύνους που διατρέχει κάθε άνθρωπος σ’ αυτό τον κόσμο, φοβήθηκε πως μπορεί να τον βρει ξαφνικά ο πικρότατος θάνατος. Φοβήθηκε πολύ και πήρε την απόφαση –τώρα που είχε «όλο το λογισμό και το νου του»– να τακτοποιήση τις περιουσιακές υποθέσεις του, προ πάντων «το πλέο χρειαζόμενον», τη σωτηρία της ψυχής του. Αποφάσισε να κάμη τη διαθήκη του. Κάλεσε λοιπόν στο αρχοντικό του τον πρε Γουλιέλμο Γιαννά, καθολικό ιερέα, τον πρε Γιάννη Ντακουτρού και τον Πέρο Νταγιλά, κατοίκους ίσως του παρακμάζοντος τότε φρουρίου του Σκάρου, και καθυπαγόρευσε στον πρώτο τις τελευταίες θελήσεις του. Ο Γουλιέλμος Ντα-Κορόνια είχε μια μονοθυγατέρα, τη Νικολέττα. Φυσικό ήταν να καταστήση γενικό κληρονόμο του αυτή τη μονάκριβη αρχοντοπούλα του. Ν’ αφήση σ’ αυτήν όλο το έχει του, τη κτηματική περιουσία του ολάκαιρη, όση είχε και στη Σαντορίνη και στη Νάξο, που ασήμαντη δεν ήταν, αφού από τον πατέρα του, τον Αντώνη ΝταΚορόνια, είχε κληρονομήσει μεγάλο μέρος από το φέουδό του, και από το Μάρκο Γρίσπο αμπέλια και χωράφια και βοσκότοπους. Πραγματικά την κόρη του καθιστά κληρονόμο του. Αλλά, νοιώθοντας ανησυχίες και τύψεις, ποιος ξέρει για ποια κρίματα, παρακαλεί το Θεό να δεχθή την ψυχή του –όταν τον κράξη κοντά του– στη βασιλεία των ουρανών και παραγγέλλει να θάψουν το κορμί του μέσα στην καθολική εκκλησία του Αγίου Ιωάννου του Δόμου, που βρίσκεται ανάμεσα στα Φυρρά και στο Φυρρό Στεφάνι, κοντά στα κτήρια των άλλοτε Γαλλικών Σχολών και της Μονής των Δομινικανών. Σ’ αυτή την εκκλησία του Δόμου αφήνει το μισό «γεροντομίρι» του, που το άλλο μισό –τώρα που συντάσσει τη διαθήκη του– είναι υποθηκευμένο στο Μαρκάκι Τζάνε. Μα κι αυτό, αφού το απαλλάξη από την υποθήκη η θυγατέρα του, το αφήνει, αν Εκείνη αν αποθάνη άτεκνη, στην εκκλησία του Δόμου, για να γίνεται κάθε εβδομάδα γι’ Αυτόν μιά λειτουργία και να μνημονεύεται Αυτός αι η «μακαριτή συμβία του» η ποτέ κυρά Κατερίνα. Στη Σαντορίνη, κοντά στο νεκροταφείο των καθολικών, βρισκόταν η εκκλησία της Αγίας Πελαγίας. Σ’ αυτήν ορίζει να περιέρχεται, μετά το θάνατο της κόρης του και αν Εκείνη αποθάνη άτεκνη, το αμπέλι στην Καλοχορτιά, για να μνημονεύεται αιώνια. Στη Σάντα Μαρία του Ροζάριου στη Σαντορίνη αφήνει τα μισά από τα κτήματα που έχει κληρονομιά από το Μάρκο Γρίσπο –τ’ άλλα μισά να τα παίρνη η κόρη του– για να μνημονεύεται ο ίδιος και ο Μάρκος Γρίσπος. Από τα γονικά του κτήματα, που βρίσκονται στη Νάξο –«αμπέλια, χωράφια, περιβόλια, πάσκουλα, τέλητα και πάσα αλλονής λογής στάμπελε»– ορίζει να περιέρχωνται, μετά το θάνατο της θυγατέρας του και αν Εκείνη αποθάνη άτεκνη, τα μισά στην κυριότητα των πατέρων Ιησουιτών της Καπέλλας Καζάτζας της

1. Για το καστέλλι του Σκάρου βλπ. Φ. Κουκουλέ, Η εν Θήρα Ιερά Μονή του αγίου Νικολάου, Επετηρίς Εταιρείας Βυζ. Σπουδών τόμ. 6, σ. 54 και Φ. Ι. Κατσίπη, Σφραγίς της Κοινότητος των Ρωμαίων της νήσου Σαντορίνης 11821, Αθήναι 1961, σ. 20.

5

Νάξου, δηλαδή στο «Αδελφάτον του Εσταυρωμένου», του οποίου ήταν μέλος ο διαθέτης, για να γίνεται παντοτινά μια λειτουργία κάθε εβδομάδα και να μνημονεύεται και ο ίδιος και οι γονείς του. Τα’ άλλα μισά και ό,τι άλλο κινητό και ακίνητο του βρίσκεται, να περιέρχωνται, μετά το θάνατο της κόρης του και αν Εκείνη –«όπου ο Θεός να μην ήθελε ορίσει»– δεν αφήση «παιδιά εκ της σαρκός της», στους πλησιέστερους συγγενείς του. Παραγγέλλει ακόμη να στείλη η θυγατέρα του στην Καζάτζα Καπέλλα των πατέρων Ιησουιτών στη Νάξο «μια πιανέτα άσπρη ορμιζί», δηλαδή ένα φαιλόνι από άσπρο μεταξωτό ύφασμα, και να φροντίση να γίνωνται κάθε χρόνο πέντε λειτουργίες στην Αννουντσιάτα της Νάξου, την εκκλησία του παλαιού μοναστηριού των Φραγκισκανών, τη γνωστή σήμερα με το όνομα: «Φραρό». Αυτές, οι τελευταίες θελήσεις του Γουλιέλμου Ντα-Κορόνια πραγματοποιήθηκαν σαν πέθανε και η κόρη του (έπειτα από την 11 Ιουνίου 1650 και πριν από την 14 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς)2, στην οποία ο Θεός δεν έδωσε παιδιά «εκ της σαρκός της». Τα μισά γονικά κτήματά του, δηλαδή μια σεβαστή περιουσία ικανή να θρέψη πολυμελή οικογένεια, περιήλθαν στην κυριότητα των πατέρων Ιησουιτών της Νάξου. Η θυγατέρα του δεν παρέλειψε να εκπληρώση και την επιθυμία του τη σχετική με την αποστολή στους Ιησουίτες και μιάς «πιανέτας» Τους έστειλε δύο. Καμιά όμως δεν ήταν από «άσπρο ορμιζί». Η μια ήταν από τον κόκκινο και η άλλη από το βενετικό καμουχά της. Έτσι με τους καμουχάδες και τα τόσα κτήματα εξασφαλίσθηκε, ίσως, κάποια αναπαυτική θέση για την κριματισμένη ψυχή του στους χλοερούς τόπους της ατέρμονης γαλήνης. Διαπρεπεστάτη ήταν η οικογένεια στην οποία ανήκε ο Γουλιέλμος Ντα-Κορόνια. Στα Αιγαίο πρωτοπαρουσιάζεται στις αρχές του 14ου αιώνα και, όπως φανερώνει τ’ όνομά της, καταγόταν από την ισπανική Corugna. Ένα μέλος της, ο Γιαννούλης Ντα-Κορόνια, που ανήκε στο τάγμα των Ιπποτών του Αγίου Ιωάννη, κατέλαβε –στα 1307– τη Σίφνο και ανακήρυξε τον εαυτό του ελεύθερο και ανεξάρτητο ηγεμόνα, αδιαφορώντας για τις διαμαρτυρίες των δουκών του Αιγαίου, των Σανούδων,που θεωρούσαν το νησί δικό τους3. Οι απόγονοι του Γιαννούλη ηγεμόνευσαν στη Σίφνο ως τα 1456, οπότε το Γιαννούλη Γ΄, που δεν είχε αρσενικό παιδί, διαδέχθηκε ο γαμπρός του Νικόλαος Γοζαδίνος, γιός του Άγγελου Γοζαδίνου, κυρίαρχου Κύθνου και Κέας. Με τον καιρό χάθηκε από τη Σίφνο η οικογένεια Ντα-Κορόνια όλως διόλου. Μόνο κάποια τοποθεσία στα νότια του νησιού διασώζει εκεί το όνομά της4. Στη Νάξο βρίσκομε μέλη της οικογένειας Ντα-Κορόνια περίπου στα μέσα του 15ου αιώνα. Τότε κάποιος Γιαννούλης Ντα-Κορόνια, γαμπρός του Νικόλα Ρουγγέρη, κληρονομάει από τον πεθερό του τον τόπο του Φιλωτιού, στον οποίο, στα 1470, είναι κύριος ο γιός του, ο Νικόλας5. Ίσως απ’ αυτούς καταγόταν κάποιοι Ντα-Κορόνηδες, αναφερόμενοι σε ναξιακά έγγραφα του 16ου αιώνα. Αυτοί είναι:

2. Η Νικολέττα συντάσσει τη διαθήκη της στις 11 Ιουνίου 1650 (Αντ. Κατσουρού, Ναξιακά Δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αι., Επετηρίς Εταιρ. Κυκλ. Μελετών, τ. 7, σ. 191). Φαίνεται όμως ότι έχει αποθάνει πριν από τις 14 Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, γιατί τότε οι πατέρες Ιησουίτες της Νάξου βρίσκονται σε αντιδικία με τους κληρονόμους, τους εν ζωή, του πατέρα της, - δηλαδή με τα’ αδέλφιά του Γιάκουμο και Νικολέττα - για τα κτήματα που Εκείνος με τη διαθήκη του άφηνε στο μοναστήρι των Ιησουιτών (Στ. Κορρέ, Ανέκδοτα έγγραφα των Φράγκων της Νάξου, Byzantinisch Neugrichisce Jahrbucher, τ. 8, σ. 289). Αν ζούσε τότε η Νικολέττα, η κόρη του Γουλιέλμου, οι Ιησουίτες θα βρίσκονταν σε αντιδικία προς εκείνην. 3. W. Miller, Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα (μτφ. Άγγ. Φουριώτη, Αθήνα 1960), σ. 653. 4. Κ. Γκιών, Ιστορία της νήσου Σίφνου (εν Σύρω 1876) σ. 134-5. 5. Π. Ζερλέντου, Γράμματα Φράγκων δουκών του Αιγαίου πελάγους, Byzantinische Zeitschrift, τ. ΙΓ’ (1904) σ. 137, 140, 148, 153.

6

Ο Πέρος, που αναφέρεται σε δικαιοπραξία6 της 23 Φεβρουαρίου 1538, ο μαΐστρο-Μαθιός, που υπογράφεται σε πωλητήριο έγγραφο7 της 13 Μαρτίου 1541, ο Αντώνης του ποτέ Μαρκουλή, που υπογράφεται ως μάρτυρας σε δικαιοπραξίες8 της 11 Οκτωβρίου 1540 και 9 Μαρτίου 1541, ο Φαντίνος που ως μάρτυρας παρουσιάζεται σε διαθήκη9 της 21 Ιανουαρίου 1560 και ο Τζάνες, που αναφέρεται σε προικοσύμφωνο10 της 1 Ιουλίου 1607. Και από τη Νάξο έχει εκλείψει όλως διόλου αυτή η οικογένεια. Οι Ντα-Κορόνια έχουν εκλείψει και από την Πάρο, αλλά εκεί πολύ γρήγορα έγιναν ορθόδοξοι, αφού δύο μέλη της οικογένειας: ο Γεώργιος Δακορόνιας και ο Ιωάννης Δακορόνιας, στα μέσα του 17ου αιώνα παρουσιάζουν δράση ως αγιογράφοι ορθοδόξων εκκλησιών. Του Γεωργίου σώζεται μια εικόνα στην εκκλησία του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στη Νάουσα, και του Ιωάννου διατηρούνται εικόνες σ’ εκκλησίες του Τσιπίδου και του Δραγουλά. (Βλ. και Α. Ορλάνδου, Οι μεταβυζαντινοί ναοί της Πάρου, σ. 99, 124, 125, 126, 143). Στη Σαντορίνη η οικογένεια Ντα-Κορόνια εγκαθίσταται, πιθανώτατα, στις αρχές του 16ου αιώνα. Στα 1508-1509 διοικεί τη Σαντορίνη ο Γουλιέλμος Ντα-Κορόνια, που ο γιός του, ο Αντώνης, αποκτά μεγάλη περιουσία και στη Νάξο αφού έγινε γαμπρός του Μαθιού Μπελόνια11, μεγαλοκτηματία άρχοντα. Ο γιός του Αντώνη ωνομαζόταν Γουλιέλμος [= Γλουμάκις λέγεται στα ναξιακά έγγραφα] και εγγονός του ήταν ο Αντώνης, ο πατέρας του διαθέτη της σχολιαζόμενης διαθήκης. Γιοί του τελευταίου Αντώνη και της Μαρούσας Κρίσπη ήσαν ο Γουλιέλμος (ο διαθέτης της διαθήκης), ο Ιάκωβος και ο Φαντίνος. Θυγατέρες ήσαν η Λάουρα, η Νικολέττα και η Φιορέντζα12. Μνεία των θυγατέρων γίνεται και στη σχολιαζόμενη διαθήκη. Γι’ αυτές ορίζει ο αδελφός τους να εξακολουθήσουν ως το τέλος της ζωής τους να νέμωναι τρία κτήματά του, το αμπέλι του Τζίτου, το χωράφι της Κεράς και το ποτιστικό στα Χάρια. Της Λάουρας μας είναι γνωστή η διαθήκη (17 Ιουνίου 1644), δημοσιευμένη από το Στυλιανό Κορρέ στο Byzantinisch - Neugrichisce Jahrbucher, τ. 8 (1929-30) σ. 275-277. Της Νικολέττας μας είναι γνωστό το αβαντάριο (4 Ιανουαρίου 1638) και η διαθήκη (7 Νοεμβρίου 1646) δημοσιευμένα στην «Επετηρίδα της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών» τ. 7 (1968) σ. 78-81 και 9396 από τον χαράσσοντα αυτές εδώ τις γραμμές. Από τους γιούς του Αντώνη Ντα-Κορόνια ο τρίτος, ο Φαντίνος, απέθανεν άγαμος, όπως φανερώνει η διαθήκη13 του πατέρα του (9 Δεκεμβρίου 1628), ο πρωτότοκος, ο Γουλιέλμος, άφησε μια κόρη, τη Νικολέττα, που απέθανε άτεκνη, όπως συνάγεται από τη διαθήκη της (11 Ιουνίου 1650) και ο άλλος, ο Ιάκωβος, παντρεύτηκε στη Σαντορίνη14 κάποιαν Τζιγαλοπούλα. Απόγονοι του

6. Ιακ. Βισβίζη, Ναξιακά νοταριακά έγγραφα των τελευταίων χρόνων των δουκών του Αιγαίου (1538-1577). Ανάτυπον εκ της Επετηρίδος της ιστορίας του Ελλην. Δικαίου της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 4 (1951) σ. 28. 7. Του ιδίου, σ. 82. 8. Του ιδίου, σ. 54 και 75. 9. Α. Κατσουρού, Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 16ου αι., Επετηρίς του Μεσαιωνικού Αρχείου της Ακαδημίας Αθηνών, τ. Στ’, σ. 66. 10. Α. Κατσουρού, Ναξιακά δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αι. Επετηρίς Εταιρ. Κυκλ. Μελετών, τ. 7 σ. 34. 11. Ι. Βισβίζη, ένθ.α., σ. 33. 12. Α. Κατσουρού, ένθ.α. 13. Του ιδίου. 14. Του Ιδίου.

7

Ιακώβου είναι, ίσως οι σημερινοί Σαντορινιοί Ντα-Κορόνηδες, από τους οποίους πολλοί έχουν καταλάβει περίβλεπτη θέση στην ελληνική κοινωνία. Στη Σαντορίνη, επί τουρκοκρατίας, ίσχυε, όπως και στη Νάξο και στ’ άλλα νησιά15, ο θεσμός των κοινών καγκελλαρίων, δηλαδή των γραμματέων των κοινοτήτων, που είχαν και την αρμοδιότητα να συντάσσουν κάθε λογής συμβόλαια. Για τους καγκελλαρίους της Σαντορίνης δεν γνωρίζω πολλά πράγματα. Δυστυχώς οι σχετικές πηγές είναι πολύ λίγες και δεν επιτρέπουν τον καθορισμό του τρόπου της εκλογής τους, τη γνώση των δικαιοδοσιών τους, των αμοιβών τους, των καθηκόντων τους, του χρόνου της θητείας των. Ίσως και εκεί ίσχυαν τα επικρατούντα και στις άλλες Κυκλάδες. Ακόμη και τα ονόματά τους δεν είναι γνωστά. Γνωρίζω μόνον τον Μιχέλη Γύζη16, που συνέταξε στις 15 Ιουνίου 1614 τη «μοιρασιά των πραγμάτων της επισκοπής της Σαντορίνης», το Γιάκουμο Γύζη17, που στις 16 Μαΐου 1653 συντάσσει έγγραφο, με το οποίο αφιερώνονται κτήματα στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, τον Ιωάννη Μπελόνια, καγκελλάριο στα 1797 των Λατίνων Σαντορίνης και τον Αντώνιο Λαγκαδά, καγκελλάριο στα 1797 των ορθοδόξων18. Μολονότι υπήρχαν στη Σαντορίνη κοινοί καγκελλάριοι, και μάλιστα του καθολικού δόγματος, που ασκούσαν έργα συμβολαιογράφου, ο Γουλιέλμος Ντα-Κορόνια καταφεύγει σε ιδιώτη για τη σύνταξη της διαθήκης του, στο Γουλιέλμο Γιαννά, καθολικόν ιερέα, ο οποίος καταγράφει τις τελευταίες θελήσεις του Ντα-Κορόνια ακολουθώντας τον τύπο της διαθήκης, που είχε διαμορφωθή στην Ελλάδα κατά την εποχή της τουρκοκρατίας19, μπροστά σε δυό μάρτυρες. Ασφαλώς είχε το δικαίωμα ο πρε-Γουλιέλμος Γιαννάς να συντάσση –όπως και κάθε άλλος που γνώριζε γραφή και ανάγνωση– κάθε λογής δικαιοπραξίες, που αποκτούσαν όμως κύρος αφού καταχωρίζονταν σε εκκλησιαστικό ή κοινοτικό κώδικα, όπως γινόταν και στη Νάξο. Την διαθήκη του Γουλιέλμου ΝταΚορόνια τη καταχώρισε στον κώδικα της καθολικής μητροπόλεως, απ’ όπου την αντέγραψε ο Λοΐζος Νταρζέντας. Απ’ αυτό το αντίγραφο την αντέγραψε στις 4 Φεβρουαρίου 1718, ο νοτάριος της Νάξου Στέφανος Τουμπίνος. Αυτό το τελευταίο αντίγραφο, που σώζεται σε καλή κατάσταση, μου δόθηκε –πάνε λίγα χρόνια– από το μακαρίτη εξάδελφό μου Μανόλη Κατσουρό, τον λαμπρό άνθρωπο και εξαίρετο δικηγόρο της Σύρου, και απ’ αυτό δημοσιεύεται λίγο παρακάτω. Πιστεύω πως ο υπομονετικός αναγνώστης δεν θα συναντήση δυσκολίες διαβάζοντας τη γεμάτη από αγωνία για τη μετά θάνατο ζωή διαθήκη του άρχοντα Ντα-Κορόνια. Αν όμως κάπου σκοντάψη, ας ρίξη μιά ματιά στο επιτασσόμενο γλωσσάριο. Ίσως εκεί βρη λύση των αποριών του.

Κόπια της διαθήκης του αφ(έν)τη Γουλιαρμάκι ΝταΚορόνια εβγαλμένη από το αουτεντικόν Από λόγον εις λόγον. Εις δόξαν Χ(ριστ)ού αμήν. 1639 Αυγούστου 22, στο νησί της Σαντορίνης μέσα εις το Καστέλλι του Σκάρου εις την κατολικήν κατοικίαν που την σήμερον κατέχω εγώ Γουλιέλμος ΝταΚορόνιας λογιάζοντας πως πολλές βολές αφνίδια οι αστένειες και άλλα κίνδυνα ετουτουνού του κόσμου ευρίσκουν πάσα άνθρωπον αδιόρτωτον και ακυβέρνη-

15. Ι. Βισβίζη, Οι κοινοί καγκελλάριοι της Νάξου επί Τουρκοκρατίας. Ανατύπωσις εκ του αρχείου Ιδιωτικού Δικαίου τ. ΙΒ’. 16. Π. Ζερλέντη- Φλ. Κατσουρού, Νησιωτική Επετηρίς 1918, σ. 281. 17. Φ. Κουκουλέ, ένθ.α., σ. 70. 18. Φ. Κατσίπης, ένθ.α., σ. 29. 19. Γ. Πετροπούλου, Νομικά έγγραφα Σίφνου (εν Αθήναις 1956) σ. 412 κ.εξ.

8

τον όχι μόνο εις τα πράματα του κόσμου αμή και της ψυχής του, που είναι το πλέο χρειαζούμενον, διά τούτο εγώ ο άνωθεν, ο Γουλιέλμος, ευρισκόμενος ως την σήμερον με όλον μου τον λογισμόν και νουν, αγκαλά και δαμάκι αστενής, ξεύροντας πως όλοι έχομεν να αποθάνωμεν, φοβώντας μήνπως και αφνίδια με ήθελεν κράξει ο πανάγαθος Θεός, και τότες ήθελα αφήσω την ψυχήν μου αδιάρτωτην και τα πράματά μου ακυβέρνητα, με πάσα μου βουλήν και όρεξιν και με όλον μου τον νουν κάμνω την σήμερον την παρόν ορδινία και τεσταμέντο, το οποίο θέλω να είναι πάντοτες φυλαμέο εις λόγον προς λόγον από τους κληρονόμους μου ωσάν και από πάσα άλλον άνθρωπον επά και εις πάσα άλλον τόπον. Και τινάς να μην έχη εξουσίαν να μπορή να αλλάξη τίβοτις ούτε να κάμη αλλέως παρά καθώς ορδινιάζω και γράφω ατός μου εις ετούτο το ύστερό μου τεσταμέντο εμπροστά εις τους κάτωθεν αξιοπίστους και παρακαλετούς μάρτυρες. Και διά πρώτον τον συνχωρώ και συμπαθώ πάσα ανθρώπου που να μου έφταιξεν εις ετούτο τον κόσμον, ωσάν και εγώ ζητώ συχώρεσιν και συμπάθειαν από πάσα έναν και όντα είναι θέλημα του πλάστη μου να με κράξη παραδίνω του την κριματισμένη μου ψυχήν και παρακαλώ την να την δεχτή εις την βασιλείαν του ουρανού. Και το κορμί μου θέλω να το θάψουν μέσα εις την εκκλησίαν του Αγίου Ιωαννίου του Δόμου, εις σε μία κάσα μέσα. Εις την οποία εκκλησίαν οπότε δεν ήθελε κάμει παιδιά εκ της σαρκός της η θυγατέρά μου Νικολέττα, αφήνω το γεροντομοίρι που την σήμερον βαστά το μισό αμάχι ο μισέρ Μαρκάκις Τζάννες, το άλλο μισό εξεμάχεψα και αγόρασα εγώ και παίρνω την πάρτε μου, μόνο γρόσσα τριάντα που θε να δώση να το ξεμαχέψη η θυγατέρα μου Νικολέττα, να το έχει πάντοτε μόνο ά δεν κάμνη παιδιά, να το παίρνη αποθανώντας της και όποιος Φράγκος επίσκοπος ήθελεν είσται εκείνον τον καιρόν να το παίρνη και να το δίδη ενούς παπά Φράκου αν είναι από Δακορόνηδες να προτιμάται παπάς κανένας, αλλέως όποιος επίσκοπος ήθελε είσται να το δίδη ενούς αλλουνού παπά διά να μνημονεύγουν εμένα και την συβίαν μου την μακαριτή την ποτέ κυρά Καταρίνα ως καθώς τότες θέλει ορδινάρει ο αφ(έν)της ο επίσκοπος να παγαίνη από παπά έως παπά Φράκου παντοτινά, να λέσι μία λειτουργία την εβδομάδα τ’ απεθαμένου εις τον Δόμο. Και το αμπελάκι, το λέσι Καλοχορτιά, που έχει όμπλιγο εις την Αγίαν Πελαγία, ο Θεός να μην το ορίζη και αποθάνη το άνωθεν μου παιδί χωρίς κληρονόμον, αποθανώντά της να το αφήση και αυτό του αφ(έν)τη επισκόπου στην αγία Πελαγία με τα όμπλιγα καθώς φαίνονται. Παίρνοντάς το να είναι κρατημένος να μνημονεύγουν πάντοτες. Ακόμη θέλω και ορδινιάζω ό,τι και να έχω και να μου ευρίσκωνται από γονικά μου στο νησί της Ναξίας, αμπέλια, χωράφια, περιβόλια, πάσκουλα, τέλητα και πάσα λογής αλλονής λογής στάμπιλε, θέλω να είναι και να τα παίρνη η θυγατέρα μου Νικολέττα φυλάζοντας τρία κομμάτια πράματα που βαστούσι οι αδελφές μου και τρώσι τα ως την ζωήν τους, το ένα αμπέλι το λέσι του Τζίτου, το χωράφι το λέσι της Κεράς και άλλο ποτιστικό το λέσι Χάρια. Ετούτα τα τρία θέλω να τα έχουσι οι αδελφές μου με την ευχή μου και να τα τρώγουσι και αποθανώντας τους να στρέφουνται και αυτά εις την θυγατέρα μου, να τα παίρνη ωσάν και τα άλλα μου πράγματα και οπόντας, οπού ο Θεός να μην το ήθελε ορίσει, και η άνωθε μου θυγατέρα δεν ήθελε κάμει παιδιά εκ της σαρκός της, όλα τα λεγόμενα εμισά πράγματα της Αξίας, που της αφήνω, αποθανώντάς της, να τα μοιράζουν και να τα παίρνουν τα εμισά οι πατέρες Γεζουγίτες εις την εκκλησίαν της Καζάτζας, διατί είμαι εκεί αδελφός, και παίρνοντάς τα να τα έχουσι παντοτινά να με μνημονεύουσι εμένα και τους γονείς μου πάσα εβδομάδα μία λειτουργία διά την ψυχήν μας. Ακόμη θέλω και ορδινιάζω αποθανώντάς μου ότι η θυγατέρα μου με την κομονδιτά της ομοίως με τους κομέσους μου να κάμουν δίχως άλλο μια πιανέτα άσπρη ορμιζί να τη στείλουσι των Γεζουϊτών της Αξίας να σερβέρουνται οι αδελφοί της Καζάτζας. Ακόμη θέλω και ορδινιάζω ότι τα πράματα που την σήμερον βαστά στη Ναξία ο σινιόρ Γερολυμάκις Ντεκάμπης διά άλλα εδικά ντου όπου εγώ βαστώ επά, αγόδερ περ κόδερ, τα οποία πράγματα μου τά ‘θελε αφήσει ο μακαρίτης ποτέ σινιόρ Μάρκος Γρίσπος θέλω

9

και αφήνω όλα και τα εμισά εις την εκκλησίαν της Σάντα Μαρίας του Ροζαρίου επά στην Σαντορίνην α τα παίρνη αποθανώντάς μου όποιος Φράγκος επίσκοπος ήθελεν είσται να κάμη ένα μπενεφέσιο σίμπλισε περπέτουο ως τού ‘θελε φανιστή διά καλύτερον της ψυχής μου, το οποίο πενεφίτσιο να το δίδη ενούς παπά Φράγκου, αν είναι από τους Ντακορόνηδες παπάς θέλω να είναι προτιμητός, ά δε, και εις όποιον παπά πάσι να μας μνημονεύουν εμένα και τον λεγόμενον μρ. Marco Crispo και τα άλλα εμισά να τα παίρνη η άνωθεν θυγατέρα η Νικολέττα να τα κάμνη ως θέλει και βούλεται. Και διατί αυτά τα πράγματα έχουσι όμπλιγα περπέτουα, διά τούτο θέλω ότι πάσα χρόνου όποιος παπάς θέλου γοδέρει το αυτό μπενεφίτσιο να δίδη καί να πλερώνη στην Παναγία την Ρωμαϊκήν που ευρίσκεται μέσα στο καστέλλι του Εμπουριού εμισή παλιάτζα λάδι. Ακόμη δίδουν και αυτά και αυτά τα πράγματα στην Καζάτζαν των πατέρων Ιεζουϊτών μούστο κρασί μίστατα αξιώτικα πέντε. Ακόμη να κάμνουσι πάσα χρόνο πέντε λειτουργές εις την Αννουντζιάτα της Αξίας και τα άλλα εμισά πράγματα που ήθελε πάρει η άνωθεν μου θυγατέρα να δίδη κατ’ αυτή άλλα τόσα όμπλιγα ωσάν και το παπά που έτρωγέν τα και εις τους ιδίους τόπους κάθε χρόνον και ξεχωριστόν μνημόσυνον εδικό μου και του ποτέ μρ Μάρκου Κρίσπου. Και εις το τέλος της διαθήκης έτζι ομιλεί ο ίδιος αφέντης Γουλιέλμος Ντακορώνιας: Ακόμη ξεδιαλίζω εις την παρών μου διαθήκην και θέλω, ότι οπότε, ο Θεός να μην το ορίση, η άνωθε μου θυγατέρα ήθελε αποθάνει χωρίς να αφήση κληρονόμον από τα μέλη της, τότες θέλω και ορδινιάζω ότι το έχει μου όλο στάμπιλε και μόμπιλε, οπού να μου ευρίσκεται εις την Αξία και εδώ από ασπετατίβες και πάσα άλλο πράμα να στρέφουνται και να παγαίνουσι εις τους πλιά πρόξιμους, ξέχωρα διακόσια σεκίνια που θέλω να παίρνη προτυτέρου η άνωθεν μου θυγατέρα της εξουσίας της να τα κάμη ως θέλει και βούλεται και ξέχωρα ακόμη τα ψυχικά, τα πράγματα όπου εγώ έχω αφηστά εμένα διά την ψυχή μου και διά το σινιορ Μάρκο Κρίσπο, ετούτα να μην στρέφωνται εις τους πρόξιμους, αμή να παγαίνουν παντοτινά καθώς παραπάνω ωρδίνιασα στην παρούσα μου διαθήκην ΄Ετζι ωρδίνιασα και ορδινιάζω να γένη και να φυλαχθή από τους αφέντες τους κομέσους μου και όχι αλλέως. Εγώ πρε Γιαννάς Γουλιέλμος έγραψα και υπόγραψα με το ίδιο μου το χέρι. Εγώ πρε Γιαννάς Ντακουτροός μάρτυρας παρακαλετός εις το άνωθεν, Εγώ Πέρος Νταγιλά μάρτυρας παρακαλετός εις τ’ άνωθε. Εγώ πρε Λογίζος Νταργέντας έγραψα και εκοπίαρησα εις λόγον προς λόγον το παρόν τεσταμέντο από την καντζελλαρία της εκκλησίας μας με ορδινιά και ορισμόν του εκλαμπτοτάτου αφέντη μας επισκόπτου Ανδρέα Σοφιανού. 1718 Φεβρουαρίου 4 Η. Ν. Εμετάθεσα το παρόν από λόγον εις λόγον ως φαίνεται και κοίτεται εις τα χέρια του αιδεσιμότατου αφέντη πρε Βαλτασάρου Γρίσπου, πρεβόστρου της Αξίας, και τα εξής. Στέφανος Τουμπίνος φανερός νοτάριος Ναξίας γέγραφα ως άνωθεν.

10

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ Αμάχι Αουτέντικο Ασπετατίβα Γεροντομοίρι

= ενέχυρο, υποθήκη. = αυθεντικό, έγκυρο πρωτότυπο. = αναμενόμενο δικαίωμα. = Κατά τον Ι. Βισβίζη (Δικαστικαί αποφάσεις του 17ου αι. εκ της νήσου Μυκόνου. Ανάτυπον εκ της Επετηρίδος του Αρχείου της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου της Ακαδημίας Αθηνών, τεύχ. 7, σ. 101) «γεροντομοίρι ή γεροντομοίρια εκαλούντο τα περιουσιακά εκείνα στοιχεία, άτινα οι γονείς εκράτουν προς συντήρησίν των, όταν ολόκληρον την λοιπήν περιουσίαν των μετεβίβαζον διά πράξεων εν ζωή (π. χ. συστάσεων προικών, νεμήσεως, δωρεών κλπ.) εις τα τέκνα των». Γοδέρω (ενετικό goder) = καρπούμαι, νέμομαι. Δαμάκι = ολίγο. Επά = εδώ. Κομέσος (ιταλ. commesso) = πληρεξούσιος. Komondita (ιταλ. comodita) = ευχέρεια, άνεση. Κόπια = αντίγραφο. Μίστατο = μέτρο χωρικότητας υγρών προϊόντων, ιδίως κρασιού, στα ορεινά χωριά της Νάξου ισοδυναμεί με 10 οκάδες, στα πεδινά με 12. Μόμπιλε = τα κινητά. Μπενεφίσιο σίπλισε περπέτουο = παντοτινό απλό ευεργέτημα. Το Μπενεφίσιο ήταν είδος ψυχικού, δηλαδή κτήμα προσφερόμενο για τη σωτηρία της ψυχής σε εκκλησία, για το νέμεται ο εκάστοτε ιερέας. Ξεμαχεύω = απαλλάσσω από την υποθήκη. Όμπλιγο = υποχρέωση. Ορδινία (ιταλ. ordine) = διαταγή, εντολή, παραγγελία. Ορδινιάζω = διατάσσω, εντέλλομαι, παραγγέλλω. Ορμιζί (ιταλ. ormesino) = είδος μεταξωτού υφάσματος. Παλιάτζα = μέτρον χωριτηκότητας, κανάτα. Πάσκουλο = βοσκότοπος. Πιανέτα (ιταλ. pianeta) = φαιλόνι. Πρεβόστρος = πρωθιερεύς. Πρόξιμος συγγενής = πλησιέστατος συγγενής. Σεκίνι = γρόσι. Σελβέρομαι = εξυπηρετούμαι. Στάμπιλε = ακίνητα. Τέλητα = «τα διηνεκή, κληρονομικά και απαλλοτριωτά εμπράγματα βάρη επί ακινήτου», βλπ. Ι. Βισβίζη, Ναξιακά νοταριακά έγγραφα των τελευταίων χρόνων του δουκάτου του Αιγαίου, σ. 134. Τεσταμέντο = διαθήκη. Τίβοτις = τίποτε.

11

Κωνσταντίνος Αντ. Κατσουρός

«™Δ√À ™Δƒ∞ΔπøΔ∏» ª›· ˘ fiıÂÛ Ë ÂÚÁ·Û›·˜ ª¤ÚÔ˜ ∞ã

Από τις πηγές της Ναξιακής ιστορίας πλημμελής έως και ανύπαρκτη είναι η πληροφόρησή μας για την κατάσταση που επικρατούσε στη Νάξο τον καιρό της βυζαντινής πολιτείας. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα για τη διοικητική οργάνωση, την κοινωνική δομή, την αγροτική οικονομία, τις μορφές γαιοκτησίας, τον ρόλο της εκκλησίας, τις πληθυσμιακές εξελίξεις, τις σχέσεις που είχαν διαμορφωθεί μεταξύ Δυνατών (Τρανών, όπως είναι γνωστοί στη Νάξο) και παροίκων, για την παιδεία, τον χώρο και τους ανθρώπους αυτής της νησιωτικής κοινωνίας στην καρδιά του Αιγαίου. Έτσι, όταν ανακαλύπτουμε ένα βυζαντινό όρο σε πηγές του 15ου και του 17ου αιώνα, –που βρίσκεται δηλαδή σε χρήση καθ’ όλη την διάρκεια της Λατινοκρατίας αλλά και της Τουρκοκρατίας, δηλαδή 600 και πλέον χρόνια–, όπως αυτόν του Στρατιώτη1, που μας παραπέμπει σε βυζαντινούς θεσμούς, όπως τον κάτοχο στρατιωτικού κτήματος ή σε μορφή ιδιοκτησίας της γης, όπως ο θεσμός της πρόνοιας-οικονομίας, είναι φυσικό να κεντρίζεται το ενδιαφέρον μας, να προκαλείται η προσοχή μας, να αναρωτιόμαστε, να κάνουμε υποθέσεις. Τον «Στρατιώτη» τον πρωτογνώρισα διαβάζοντας το βιβλίο του Alan Xarvey «Οικονομική ανάπτυξη στο Βυζάντιο 900 – 1200»2. Σ’ αυτό, στο «Γλωσσάρι», ο Xarvey, γράφει: «στρατιώτης, ο κάτοχος στρατιωτικού κτήματος, όχι αναγκαστικά ο ίδιος με εκείνον που εκτελούσε τα στρατιωτικά καθήκοντα που βάρυναν τη γη. Ο όρος αργότερα χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον κάτοχο πρόνοιας»3. Η γη λοιπόν που βαρυνόταν με στρατιωτικά καθήκοντα και δηλωνόταν με τον όρο «Στρατιώτης» ήταν ο θεσμός της πρόνοιας-οικονομίας. Στο ίδιο έργο, στο «Γλωσσάρι»4, ο Xarvey, καταχωρεί ως «πρόνοια», την παραχώρηση φορολογικών εσόδων σε στρατιώτη σε αντάλλαγμα στρατιωτικής υπηρεσίας. Οι παραχωρήσεις αυτές δεν ήταν κληρονομικές τον 12ο αιώνα». Περισσότερες και πλέον εμπλουτισμένες πληροφορίες για τον «Στρατιώτη» και τον θεσμό της «Πρόνοιας» αντλούμε από το έργο της αείμνηστης Αγγελικής ΛαΐουΘωμαδάκη, «Η Αγροτική Κοινωνία στην Ύστερη Βυζαντινή Εποχή»5. 1. Βλ. Αντ. Φλ. Κατσουρού, Ναξιακά Δικαιοπρακτικά έγγραφα του 16ου αιώνος, Επετηρίς του Μεσαιωνικού Αρχείου, 1955, έγγ. 17. Του ιδίου, Ναξιακά Δικαιοπρακτικά έγγραφα του 17ου αιώνος, Επετηρίς Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, έγγ. 53. Αναστ. Σιφωνιού-Καράπα, Γεωργίου Ροδολάκη, Λυδίας Αρτεμιάδη, Ο Κώδικας του Νοτάριου Νάξου Ιωάννου Μηνιάτη 1680-1689 (χφ. Γ. Α. Κ. 86), έγγ. 28, 41, 452, 453, 454, 728, 887, Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου, 29-30, (1982-1983), Εν Αθήναις 1990. Δίπλωμα του Γουλιέλμου Β΄ Κρίσπο, επιμ. Κωνστ. Αντ. Κατσουρού, π. Φλέα, τ. 12, 2006. 2. Alan Xarvey, Οικονομική ανάπτυξη στο Βυζάντιο 900 – 1200, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 1997. 3. Στο ίδιο. «Αργότερα», δηλαδή την εποχή των Κομνηνών. 4. Alan Xarvey, Οικονομική ανάπτυξη, ό.π. 5. Αγγελική Λαΐου-Θωμαδάκη, Η Αγροτική Κοινωνία στην Ύστερη Βυζαντινή Εποχή, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2001.

12

Όταν λοιπόν συνάντησα τον Στρατιώτη στα ναξιακά νοταριακά έγγραφα υπέθεσα ότι υπάρχουν πολλές πιθανότητες που συνηγορούν ότι ως προσηγορικό, ο όρος Στρατιώτης, μαρτυρά τον κάτοχο της οικονομίας - πρόνοιας κι ότι όλη αυτή η υπόθεση θα πρέπει να τοποθετηθεί την εποχή των Κομνηνών, ίσως την περίοδο της βασιλείας του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού (1143-1180) ή και αργότερα. Η υπόθεση εργασίας και τα ερωτήματα που προκύπτουν απ’ αυτήν αφορούν αυτή την περίοδο. Ο Τηλέμαχος Λουγγής υποστηρίζει ότι: «Η νέα μορφή ιδιοκτησίας της γης που εμφανίζεται λέγεται πρόνοια ή οικονομία. Ανεξάρτητα από το αν ο θεσμός της πρόνοιας θεσμοθετήθηκε τον 11ο αιώνα, φαίνεται βέβαιο ότι πήρε στρατιωτικό χαρακτήρα από τα χρόνια της βασιλείας του Αλέξιου Α΄ (1081-1118) για να γενικευθεί και να χρησιμοποιηθεί ως μέσο στρατολογίας από τον Μανουήλ Α΄ (1143-1180). Οι αποδέκτες της πρόνοιας, οι προνοιάριοι, είναι στην πλειονότητά τους στρατιώτες το 12ου αιώνα και παρέχουν την στρατιωτική τους υπηρεσία στο κράτος σαν αντάλλαγμα για τα δικαιώματα που αποκτούν με την παραχώρηση της πρόνοιας»6. Αυτή την περίοδο η κακή δημοσιονομική κατάσταση της αυτοκρατορίας επέβαλε τη λήψη μέτρων και το σημαντικότερο απ’ αυτά ήταν ο θεσμός της πρόνοιας. Το κράτος εκχωρεί γαίες και προσόδους που ανήκουν σ’ αυτό, καθώς και εξαρτημένους καλλιεργητές, σε διάφορα πρόσωπα έναντι παροχής υπηρεσιών. «Η αρχή του θεσμού είναι στρατιωτική. Το κράτος δεν διαθέτει αρκετά χρήματα για να πληρώσει τους μισθούς του στρατού και παραχωρεί κρατική γη, από την οποία οι στρατιώτες εισπράττουν τη γαιοπρόσοδο», δηλαδή ένα μέρος του πλεονάσματος που με τη μορφή μεριδίου περνούσε στην κατοχή τους, «και τους φόρους των καλλιεργητών πάροικων», που παλαιότερα εισέπραττε το κράτος. Ο κατ’ εξοχήν νεωτερισμός που χαρακτηρίζει το θεσμό αυτό, την πρόνοια-οικονομία, στην εποχή των Κομνηνών, είναι ότι «παραχωρούνται στο ίδιο πρόσωπο δικαιώματα ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου, θα υποστηρίξει ο Νίκος Σβορώνος7. «Η πρόνοια γενικεύεται και τέτοιες παραχωρήσεις γίνονται επίσης και σε πολιτικά πρόσωπα και εκκλησιαστικά ιδρύματα με το όνομα πρόνοια-οικονομία. Ο αυτοκράτορας παραχωρούσε συνήθως ένα χωριό ή ένα μέρος του μετά πάσης της κατοχής και διακρατήσεως αυτού, τουτέστι παροίκων χωραφίων και αμπελώνων… Στην αρχή το κράτος παραχωρούσε μόνο δικαίωμα νομής για την κρατική γη, και όχι ιδιοκτησίας. Η πρόνοια ήταν προσωπική, εφ’ ενί προσώπω, συνήθως για τη διάρκεια της ζωής του δικαιούχου και αμεταβίβαστη στους κληρονόμους του. Ήταν επίσης ανακλητή»8. «Η βυζαντινή πρόνοια θυμίζει το δυτικοευρωπαϊκό φέουδο και ανταποκρίνεται στην καθαρά φεουδαρχική σύλληψη μιας ιδιοκτησίας υπό όρους ή υπό αίρεση, από την οποία πηγάζουν σχέσεις υποταγής. […] Γη, γαιοπρόσοδος, φόροι και πάροικοι περνούν στη νομή, όχι στην κυριότητα, του προνοιάριου, εφ’ ενί προσώπω, δηλαδή μόνο ως το θάνατό του, χωρίς κληρονομική ισχύ. Η πρόνοια θα γίνει κληρονομική (κατά λόγον γονικότητος) πολύ αργότερα μετά τα μέσα του 13ου αιώνα. Το κράτος διατηρούσε πάντα την ψιλή κυριότητα της πρόνοιας που παραχωρούσε, διατηρούσε δηλαδή το δικαίωμα να αποσύρει την πρόνοια από τον προνοιάριο ή να την παραχωρήσει σε άλλον, αυτό όμως συνέβαινε πάρα πολύ σπάνια. Ο προνοιάριος ήταν συνήθως ένας μεγάλος γαιοκτήμονας, απόλυτος κύριος των πάροικων που του παραχωρούνταν και οι οποίοι θα

6. Τηλ. Κ. Λουγγής, Η Ανορθωτική Προσπάθεια, «Η εποχή των Κομνηνών», Ιστορικά, 89, Ελευθεροτυπία, 28 Ιουνίου 2001. 7. Ν. Σβορώνος, Η Βυζαντινή Επαρχία, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού, Ο όρος στρατιώτης στην εποχή των Κομνηνών αποδίδεται στον κάτοχο πρόνοιας. 8. Πάρις Γουναρίδης, Η θέση του χωρικού στη Βυζαντινή Κοινωνία, Ίδρυμα Γουλανδρή-Χορν, Αθήνα 1998.

13

πλήρωναν σ’ αυτόν στο εξής το φόρο και τη γαιοπρόσοδο που πλήρωναν προηγουμένως στο κράτος. Οι στρατιώτες-προνοιάριοι του12ου αιώνα δεν έχουν τίποτε το κοινό με τους Βυζαντινούς στρατιώτες της μέσης εποχής. Οι περισσότεροι προνοιάριοι είναι κάτοχοι τόσο μεγάλων ιδιοκτησιών γης, ώστε οι στρατιωτικές τους υποχρεώσεις διατάσσουν να παρουσιάζονται στο στρατόπεδο με ένοπλη ακολουθία από τα κτήματά τους. Έτσι ο όρος στρατιώτης της εποχής των Κομνηνών αντιστοιχεί με τη δυτικοευρωπαϊκή απόδοση στα λατινικά του ιππότη: miles. Παράλληλα με την εξάπλωση της χαριστικής δωρεάς, που θυμίζει το δυτικοευρωπαϊκό beneficium, η εξάπλωση του θεσμού της πρόνοιας συνετέλεσε ώστε την εποχή των Κομνηνών η μεγάλη ιδιοκτησία να αποτελεί την κύρια μορφή κατοχής της γης, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι εξαφανίζονται η μεσαία και η μικρή ιδιοκτησία της γης, ούτε η ελεύθερη αγροτική κοινότητα. Η μεγάλη ιδιοκτησία που αυξάνεται συνεχώς και συνεπάγεται όλο και μεγαλύτερη πρόσδεση των καλλιεργητών στη γη, παίρνει και τη μορφή εκχώρησης απέραντων εκτάσεων σε ανώτατους αξιωματούχους (επισκέψεις), συνήθως σε μέλη της ανώτερης αριστοκρατίας, συγγενικά προς την αυτοκρατορική οικογένεια»9. «Ο όρος στρατιώτης στην εποχή των Κομνηνών αποδίδεται στον κάτοχο προνοίας», μας πληροφορεί η Αγγελική Λαΐου10. Ως προσηγορικό λοιπόν ο όρος Στρατιώτης είναι πιθανό να δηλώνει την ύπαρξη και στη Νάξο, του θεσμού της οικονομίας-πρόνοιας, αυτής της νέας μορφής γαιοκτησίας που επικρατούσε την εποχή των Κομνηνών αλλά και κατά την ύστερη βυζαντινή εποχή. Αυτή τη γνώμη, αυτές τις υποθέσεις, ο γράφων διατυπώνει με κάθε επιφύλαξη, καθώς δεν έχει στη διάθεσή του αποδεικτικά στοιχεία από πρωτογενείς πηγές. Είναι μόνο μια υπόθεση για περαιτέρω διερεύνηση, αλλά έχει αρκετές πιθανότητες να είναι σωστή11. Ναξία, 10/11 Μαΐου του 2009

9. Τηλ. Κ. Λουγγής, Η ανορθωτική ό. π. «Η νίκη της αριστοκρατίας της γης είναι πλήρης. Οι γαιοκτήμονες επιβάλλουν την πολιτική τους στους αυτοκράτορες που τους εκπροσωπούν […]», Βλ. Ν. Σβορώνος, Η Βυζαντινή, ό.π. 10. Αγγελική Λαΐου-Θωμαδάκη, Η Αγροτική Κοινωνία, ό.π. 11. Κάποια από τα κύρια ονόματα που έμειναν γνωστά ως τοπωνύμια, να δηλώνουν κτήματα ή τοποθεσίες, εκτάσεις γης, θα πρέπει να τα γνωρίσουμε στις πιθανές ιστορικές τους διαστάσεις. Υποθέτουμε με κάθε επιφύλαξη ότι κύρια ονόματα όπως Κακαβάς, Μαυριάνος, Μαυρίκιος, Δαμίνος, Πέραθος, Μαργούνος, Αμπράμος, και ο Στρατιώτης, όλοι μαρτυρούνται σε ναξιακά νοταριακά έγγραφα, κι άλλοι που μας διαφεύγουν εντελώς, και δεν πρόκειται να τους συναντήσουμε ποτέ, ήταν αυτοί που, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν κάτοχοι στρατιωτοπίων, στρατιωτικών κτημάτων, ή είχαν δεχτεί προνοιατικές δωρεές, ήταν κάτοχοι της οικονομίας –πρόνοιας, έναντι παροχής υπηρεσιών, κυρίως στρατιωτικών. Ή, ήταν, για την Νάξο, κάποιοι σαν τον Φιλοκάλη, (βλ. Alan Xarvey, Οικονομική, ό.π.) ο οποίος ήταν, αρχικά, ένας από τους ευτελείς και τους χωρίτες, ύστερον δε των περιδόξων και των πλουσίων και ο οποίος το όλον εκ του κατ’ ολίγον εκράτησε χωρίον και προάστειον ίδιον εποίησεν; Κι αυτή η υπόθεση μπορεί να ισχύει! Τα ονόματα αυτά έχουν διασωθεί ως τοπωνύμια, όπως ήδη γράφτηκε (βλ. Αντ. Φ. Κατσουρού, Τα τοπωνύμια της Νάξου, Ναξιακόν Αρχείον, 1947). Ως ονομασία ενός χωριού, τ’ Απεράθου, που στα νοταριακά έγγραφα το συναντάμε και με τον τύπο «στου Περάθου». Μια βυζαντινή εκκλησία μαρτυρά τον κτήτορα ή τον ανακαινιστή της, η Παναγία η Δαμινιώτισσα, δηλαδή η εκκλησία του Δαμίνου.

14

™˘Ì›ÏËÌ·

μÈ‚Ï›·

Αλέξης Μάλλιαρης, Η ΠΑΤΡΑ κατά τη βενετική περίοδο (1687-1715). Γη, πληθυσμοί, κοινωνία στη Β. Δ. Πελοπόννησο, Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, Θωμάς Φλαγγίνης 2, Βενετία 2008. «[…} Στο ερευνητικό στόχαστρο του συγγραφέα εισχωρούν ποικίλες όψεις της πελοποννησιακής κοινωνίας, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στο διάστημα της βενετικής κυριαρχίας, ανάμεσα στις δύο τουρκικές κατακτήσεις. Προσεγγίζονται και ερμηνεύονται επιτυχώς πολυάριθμα φαινόμενα, τα οποία αφορούν το μεταναστευτικό κίνημα που παρατηρήθηκε στον πελοποννησιακό χώρο την εποχή εκείνη, την παραχώρηση από τις βενετικές αρχές γαιών στους εποίκους, το καθεστώς γαιοκτησίας, τα προβλήματα εγκατάστασης των πληθυσμιακών ομάδων, τον ρόλο της πόλης της Πάτρας και του διαμερίσματος, τις σχέσεις των εποίκων με τους ντόπιους και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα οικογενειών που προέρχονταν από την Αθήνα, την Κρήτη, τη Χίο, την Ήπειρο, τη Ρούμελη και τα νησιά του Ιονίου. Στηριγμένη σε πλούσιο αρχειακό υλικό που εντόπισε ο συγγραφέας μετά από διεξοδική έρευνα, το έργο αποτελεί απαραίτητο πλέον βοήθημα για την κατανόηση των συνθηκών εκείνων που επικράτησαν όταν οι Βενετοί κυριαρχούσαν στα πελοποννησιακά εδάφη. […]». Βενετία, Μάϊος 2008 Χρύσα Μαλτέζου Διευθύντρια Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας Η Εβραϊκή παρουσία στον Ελλαδικό χώρο (4ος -19ος αι.), Επιμέλεια Έκδοσης, Άννα

Λαμπροπούλου – Κώστας Τσικνάκης, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών / Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Διεθνή Συμπόσια 12, Εταιρεία Μελέτης Ελληνικού Εβραϊσμού, Αθήνα 2008. «[…] Σημαντικό σταθμό στη ζωή των Εβραίων της αυτοκρατορίας συνιστά η αναγνώριση της χριστιανικής θρησκείας ως επίσημης θρησκείας του βυζαντινού κράτους κατά τον 4ο αι., που είχε ως συνέπεια τη μεταβολή στην αντιμετώπιση του εβραϊκού στοιχείου κάτω από νέα οπτική γωνία, σύμφωνα με τη διδασκαλία των Πατέρων και τους Κανόνες της Εκκλησίας. […] Οι Εβραίοι κάτοικοι, ελληνόφωνοι κυρίως, ήταν οργανωμένοι σε κοινότητες, ζούσαν μέσα στους παλαιοχριστιανικούς οικισμούς, ασκούσαν ελεύθεροι τη λατρεία τους, είχαν αξιώματα που απέρρεαν από τη θρησκευτική τους ιδιότητα (αρχισυνάγωγος, άρχων, πατήρ λαού), επιδίδονταν σε ποικίλα επαγγέλματα, ενώ ανήκαν σε διαφορετικές οικονομικά και κοινωνικά τάξεις. Κατά τη μεσοβυζαντινή και υστεροβυζαντινή περίοδο το εβραϊκό στοιχείο εξακολουθεί να επιβιώνει στις περισσότερες ελληνικές πόλεις, προσαρμοζόμενο συνεχώς στις νέες συνθήκες. Μείζονα προβλήματα που συντάραξαν την αυτοκρατορία, όπως η εικονομαχική κρίση και η εξάπλωση της παυλικιανής αίρεσης, δε φαίνεται να επηρέασαν, άμεσα τουλάχιστον, τις δραστηριότητες των Εβραίων της περιοχής. Κλίμα αντιουδαϊσμού στο χώρο της ελληνικής περιφέρειας δε διαπιστώνεται. Προσεκτική ανάλυση του αντιουδαϊκού αποσπάσματος στο Βίο του Οσίου Νίκωνος (10ος αι.) οδηγεί σε διαπιστώσεις εξαιρετικά αποκαλυπτικές σχετικά με την ευάριθμη και εύπορη εβραϊκή κοινότητα της μεσοβυζαντινής Λακεδαίμονος, καθώς και τις σχέσεις της με την το-

15

πική χριστιανική κοινότητα. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι κατά το 10ο αι., και μάλιστα από την εποχή του Ρωμανού Λακαπηνού και μετά, βίαια αντιιδουαϊκά μέτρα δε μαρτυρούνται, ενώ στο νομοθετικό τομέα παρατηρείται πλήρης διασάφηση του πλαισίου συμβίωσης του χριστιανικού και εβραϊκού στοιχείου με την οριοθέτηση των δικαιωμάτων του τελευταίου (Επηυξημένη Επαναγωγή, Σύνοψις Βασιλικών). Η λατινική κυριαρχία επί σημαντικού τμήματος της αυτοκρατορίας στις αρχές του 13ου αι. και η παλινόρθωση της βυζαντινής δύναμης ως την οθωμανική κατάκτηση, συνιστούν αναμφισβήτητη τομή στην ιστορία των ελλήνων Εβραίων, που διαβιώνουν σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο, που χαρακτηρίζεται συχνά από πολιτική ρευστότητα και αστάθεια, λόγω της συρρίκνωσης της οικονομίας και κυρίως της εμφάνισης των πρώτων σαφών φαινομένων οικονομικής εξάρτησης από τη Δύση. Τα νέα οικιστικά κέντρα που αναπτύσσονται στον ελληνικό χώρο, παράλληλα με τα παλαιότερα, προσελκύουν ένα σημαντικό τμήμα εβραίων εμπόρων, μεταξουργών, βυρσοδεψών, γιατρών κλπ. Την εξέλιξη αυτή διευκολύνει η πολιτική των περισσότερων βυζαντινών αυτοκρατόρων προς τις εβραϊκές κοινότητες, κυρίως του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου και των Ανδρονίκων Παλαιολόγων, που ήταν πολιτικής ανοχής και θετικής αντιμετώπισης, εκτός ελαχίστων μεμονωμένων εξαιρέσεων. Αντίστοιχα θετική, σε γενικές γραμμές, ήταν και η πολιτική της Βενετίας προς τους Εβραίους, που κατοικούσαν στις κτήσεις της (Μεθώνη, Κορώνη, Κρήτη, Εύβοια, Κέρκυρα, Ζάκυνθο κλπ.), αφού αποσκοπούσε κυρίως στη συστηματική εκμετάλλευση των εβραϊκών κεφαλαίων, στη φορολόγησή τους και στη συμβολή τους στη γενικότερη ανάπτυξη των τοπικών αστικών κέντρων. Οι Εβραίοι των κτήσεων κατοικούσαν σε ιδιαίτερα τμήματα των αστικών κέντρων, τις Εβραϊκές, έξω από τις οποίες δεν είχαν δικαίωμα κατοχής ακινήτων, ενώ παράλληλα ήταν οργανωμένοι σε τοπικές κοινότητες με εκλεγμένους αξιωματούχους, οι οποίοι τους εκπροσωπούσαν ενώπιον των βενετικών αρχών. […]. Τέλος, η εβραϊκή παρουσία στον ελληνικό χώρο θα ενισχυθεί σημαντικά μετά το 1492, έτος της μαζικής αναγκαστικής μετανάστευσης των Εβραίων της Ισπανίας. Η πολιτική ανοχής των Οθωμανών προς τις μη

μουσουλμανικές μονοθεϊστικές θρησκείες, καθώς και το καθεστώς της απόλυτης οικονομικής ελευθερίας που εξασφάλιζε προς τις ελληνικές εβραϊκές κοινότητες, συνέβαλε σημαντικά στην περαιτέρω ανάπτυξη τους. […]». Άννα Ι. Λαμπροπούλου – Κώστας Γ. Τσικνάκης Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών Μαρία Γερολυμάτου, Αγορές, Έμποροι και Εμπόριο στο Βυζάντιο (9ος-12ος αι.), Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών / Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Μονογραφίες 9, Αθήνα 2008. «Το εμπόριο και γενικότερα οι οικονομικές δραστηριότητες στο Βυζάντιο έχουν γίνει κατά τις τελευταίες δεκαετίες αντικείμενο ευρείας και, ως έναν βαθμό, συστηματικής μελέτης. Τα γραπτά κείμενα δεν αποτελούν πλέον τη μοναδική πηγή αλλά αξιοποιούνται σε συνδυασμό με τα νομισματικά και λοιπά αρχαιολογικά ευρήματα (μεταξύ άλλων τα μεσαιωνικά ναυάγια), γεγονός που επιτρέπει την αναθεώρηση παλαιοτέρων απόψεων αι την εξαγωγή εγκυρότερων πορισμάτων.. Η εξέχουσα θέση που κατείχε η Κωνσταντινούπολη στην αυτοκρατορία –και στον μεσαιωνικό κόσμο ευρύτερα–, η εκθαμβωτική λάμψη της και βέβαια το γεγονός ότι οι περισσότεροι της σύγχρονοί της συγγραφείς αναφέρονται σε αυτήν κυρίως εμπόδιζαν συχνά τους ερευνητές να εξετάσουν το Βυζάντιο στο σύνολό του, με αποτέλεσμα πολλές από τις έρευνες να περιορίζονται στην πρωτεύουσα και να παραμελείται η μελέτη της περιφέρειας. Με τον τρόπο αυτόν η εικόνα που διαμορφωνόταν για το Βυζάντιο δεν ήταν αντιπροσωπευτική για ολόκληρη την επικράτειά του. Στην παρούσα μελέτη, της κ. Μαρίας Γερολυμάτου, κύριας ερευνήτριας του Ινστιτούτου Βυζαντινών Ερευνών, εξετάζονται οι εμπορικές δραστηριότητες στο Βυζάντιο ισόρροπα, τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στην περιφέρεια, και αυτό αποτελεί μία από τις αρετές της. Η συγγραφέας επέλεξε προς εξέταση την περίοδο από τον Θ΄ αιώνα ως την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Δυτικούς το 1204, δηλαδή την εποχή της οικονομικής ανόδου. Μεταξύ των διαφόρων επιμέρους ζητημάτων που εξετάζονται, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα για τον ρόλο που διαδραμάτιζε το κράτος στην άσκη-

16

ση εμπορικών δραστηριοτήτων (έλεγχος, φορολογία κλπ.), ένα θέμα που παλαιότερα είχε απασχολήσει επίσης την έρευνα. Πρόκειται για μια αξιόλογη συμβολή στη μελέτη του Βυζαντίου». Ταξιάρχης Γ. Κόλιας Διευθυντής ΙΒΕ /ΕΙΕ

Ηλίας Γιαρένης, Η Συγκρότηση και η εδραίωση της αυτοκρατορίας της Νίκαιας. Ο αυτοκράτορας Θεόδωρος Α΄ Κομνηνός Λάσκαρις, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών / Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Μονογραφίες 12, Αθήνα 2008. «Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους πολεμιστές της Δ’ σταυροφορίας και τους Βενετούς, το 1204, και την εγκατάσταση δυτικού αυτοκράτορα και πατριάρχη, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι εξέλιπε η ελληνικά αυτοκρατορία του Βυζαντίου. Όμως ο Θεόδωρος Κομνηνό Λάσκαρις μετέφερε τους θεσμούς του κράτους στη Νίκαια και εξασφάλισε τη συνέχειά του. Επιδεικνύοντας σημαντικές ικανότητες δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ανά-

κτηση της Βασιλεύουσας μετά από σχεδόν έξι δεκαετίες. Ο κ. Ηλίας Γιαρένης αφιερώνει την παρούσα μελέτη στον Θεόδωρο Α’ και συγχρόνως συγγράφει την Ιστορία της εποχής με κέντρο το κράτος της Νίκαιας. Προβάλλει την προσωπικότητα και το έργο του ηγεμόνα, ο οποίος κατόρθωσε να ανασυστήσει μία αυτοκρατορία. Αξιοποιώντας κατά τον καλύτερο τρόπο τις πηγές, ο συγγραφέας αναδεικνύει τις στρατιωτικές, διπλωματικές και διοικητικές ικανότητες του Θεοδώρου σε αντίστοιχα κεφάλαια, που αφιερώνονται στην εξωτερική και εσωτερική πολιτική, στην πολιτική ιδεολογία και στα πνευματικά ενδιαφέροντα της εποχής. Μέσω της λεπτομερούς εξέτασης των γεγονότων επιτυγχάνει τη συνθετική παρουσίαση των ευρύτερων εξελίξεων αλλά και των δομών του κράτους της Νίκαιας. Πρόκειται για αξιόλογη συμβολή στην έρευνα του ΙΓ’ αιώνα, μιας εποχής που κατά πολλούς αποτέλεσε την αφετηρία προς τη διαμόρφωση του Νέου Ελληνισμού. Ταξιάρχης Γ. Κόλιας Διευθυντής ΙΒΕ / ΕΙΕ

Τα βιβλία που σας προτείνουμε θα τα βρείτε: Στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, τηλ. 210 7273514 ή στο βιβλιοπωλείο της Εστίας, τηλ. 210 3615077.

Να περνάτε τις μέρες σας ευφρόσυνα!

17

Ευχαριστούμε τον κ. Mιχάλη N. Mαρινάκη και τον κ. Φ. Εμμ. Κατσούρη, τον κ. Νικόλαο Κρητικό, τέως διευθυντή του Β΄ Γυμνασίου Νάξου, την Διευθύντρια του Β΄ Γυμνασίου Νάξου κ. Οικονόμου - Μαργαρίτη τον κ. Ιωάννη Τζουάνη, τέως Δήμαρχο Δρυμαλίας, τον κ.Γιάννη Μπαρδάνη, Δήμαρχο Δρυμαλίας, την κ. Ανθή Περιστεράκη και τον κ. Λευτέρη Βερύκοκκο, την κ. Kατερίνα Kατσουρού, την κ. Δέσποινα Κίτινη, τον κ. Mανώλη Σαντοριναίο, τον κ. Στέφανο Κληρονόμο, τον κ. Λευτέρη Kαρυστιναίο, τον κ. Mανώλη Bασαλάκη, και τον κ. Μάριο Ασημακόπουλο, για την υποστήριξή τους στον Iστορικό Όμιλο AΡΣόΣ και τη βοήθειά τους στην έκδοση του π. Φλέα.

I Û ÙÔ Ú È Îfi ˜

Ÿ Ì È Ï Ô˜ N¿ÍÔ˘

∞ƒ™fi™

Αν θέλετε να έχετε επαφή με τον «Αρσό» και το π. «Φλέα» μπορείτε να επικοινωνήσετε με τους: Στέλιο Ν. Μαρινάκη, 843 00 Χώρα Νάξου (τηλ. 22850-26.880, 6973047144) Νίκο Βασ. Φραγκίσκο, Ελ. Βενιζέλου 152, 123 51 Αγ. Βαρβάρα ή 843 00 Χώρα Νάξου (τηλ. 210-5451.339, 22850-24.658) Κώστα Αντ. Κατσουρό, Μπουκουβάλα 8, 114 71 Αθήνα ή 843 00 Χώρα Νάξου (τηλ. 210-6423.783, 22850-22.974, 6949786272) Λουκά X. Μιχαλόπουλο, Nηλέως 19, 111 46 Γαλάτσι (τηλ. 210-2131.292, 6974952905)

18

flea-22.pdf

There was a problem previewing this document. Retrying... Download. Connect more apps... Try one of the apps below to open or edit this item. flea-22.pdf.

208KB Sizes 44 Downloads 219 Views

Recommend Documents

No documents